Πέμπτη, 18 04 2024

Το Μαρτίνο από ψηλά

Η ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ Ν.Α.ΜΠΑΤΣΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΜΑΡΤΙΝΟΥ

H ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΜΑΡΤΙΝΟΥ - 29 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1829

 ΚΑΙ Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΜΑΡΤΙΝΑΙΩΝ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

ΜΕ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΓΕΡΟΝΤΩΝ ΤΩΝ ΜΑΡΤΙΝΑΙΩΝ ΠΟΥ ΕΖΗΣΑΝ ΠΑΝΩ ΑΠΟ 100 ΧΡΟΝΙΑ

Τέσσερις μήνες πριν τη Μάχη του Μαρτίνου το φθινόπωρο του 1828 οι πρεσβευτές των μεγάλων δυνάμεων είχαν διάσκεψη στον Πόρο και συζήτησαν για τα σύνορα της Ελλάδος και καθόρισαν αυτά μέχρι τον Ισθμό της Κορίνθου.

Έπρεπε να αποδείξουμε ότι με τις δικές μας δυνάμεις μπορούμε να επεκτείνουμε τα σύνορα πάνω από την Λαμία στην γραμμή Αμβρακικού – Παγασητικού, στην de facto αυτή κατάσταση συνέβαλε ανατρεπτικά η μάχη του Μαρτίνου.

 

Ο Αρχιστράτηγος του αγώνα Δημήτριος Υψηλάντης διατάζει τον Βάσω Μαυροβουνιώτη  με την 6η χιλιαρχία να εγκατασταθεί στην οχυρά και στρατηγική θέση στο Μαρτίνο όπως γράφει ο αγωνιστής και συγγραφέας του αγώνα Ν. Κασομούλης.

Ο Μαχμούτ πασάς ξεκινά από την Λαμία μετά του Καριοφίλμπεη (που είναι Τουρκ- αλβανός) με 4000 πεζούς και 600 ιππείς.  Στο άκουσμα της καθόδου της στρατιάς του Μαχμούτ ο πληθυσμός της Στερεάς Ελλάδος πανικοβάλλεται μετακινούν τα κοπάδια του και άλλοι φεύγουν για τα νησιά.

Ο Μαχμούτ προελαύνει προς νότον σπέρνοντας τον φόβο και τον τρόμο, καταλαμβάνει τις Θερμοπύλες την Αμπλιάνη το Κάστρο της Μπουδουνίτσας και την παραμονή των Χριστουγέννων 24-12-1828 έφθασε στο Τουρκοχώρι.

Ο Μαχμούτ θέλει να ενωθεί με τον Ομέρ πασά της Χαλκίδος στην Θήβα, αλλά κρατάει μυστικό ποια διαδρομή θα ακολουθήσει.

Μπαίνει στην Λειβαδιά η οποία έχει εκκενωθεί από τον Χατζηπέτρο και την φρουρά, αποφασίζει να κτυπήσει το Μαρτίνο και στέλνει μήνυμα στον Ομέρ πασά της

 Χαλκίδος να κτυπήσει και αυτός το Μαρτίνο.  Δυο στρατιές, αν κτυπούσαν το Μαρτίνο θα ήταν αδύνατο να αντέξει, αλλά είτε κακή συνεννόηση είτε ότι ο Μαχμούτ ήθελε να δρέψει μόνος του τις δάφνες, προχώρησε πιο γρήγορα στο Μαρτίνο.  Περνάει τον Ορχομενό την Σκριπού το Λούτσι και φθάνει μέσω δένδρης κοντά στην Τσούκα του Μαρτίνου, εκεί που σήμερα η ΛΑΡΚΟ κάνει εξόρυξη.

Εκεί γίνεται αντιληπτή η εμπροσθοφυλακή του Μαχμούτ από τα παρατηρητήρια του Μαυροβουνιώτη στον λόφο της Τσούκας με τα αιωνόβια δένδρα (πεύκα).

Αμέσως ειδοποιείται ο Μαυροβουνιώτης ο οποίος καταφθάνει έφιππος με ομάδα ανδρών, παρατηρεί την διάταξη της Τουρκικής στρατιάς και αντιλαμβάνεται ότι οι Τούρκοι είναι αποφασισμένοι να επιτεθούν.

Εν τω μεταξύ η εμπροσθοφυλακή των Τούρκων πλησίαζε πολύ και συνεπλάκησαν έχοντας και ένα πληγωμένο από την πλευρά των Ελλήνων οι οποίοι υποχώρησαν τακτικά και γύρισαν στο Μαρτίνο και ο Μαυροβουνιώτης επιθεώρησε και συμπλήρωσε τα οχυρωματικά έργα.

Ο Μαχμούτ έφθασε το σούρουπο στο Μαρτίνο και στρατοτέδευσε δυτικά – από το χωριό όπως γράφουν όλοι οι συγγραφείς.  Δυτικά του χωριού μόνο ένας χώρος ήταν ανοικτός για να στρατοπεδεύσει μια τέτοια στρατιά.  (Δεν θα μπορούσε επάνω στα βράχια του προφήτη Ηλία να στρατοπεδεύσει), αυτός λοιπόν ο χώρος είναι εδώ που βρισκόμαστε σήμερα στο αμφιθέατρο και η μεγάλη πλατεία μπροστά από τα σχολικά κτίρια και τον Ανδριάντα Μαυροβουνιώτη, ενώ το χωριό τότε περιορίζετο πολύ πιο κάτω πάνω από το παλιό Δημοτικό Σχολείο.

Εδώ που στρατοπέδευσε ο Μαχμούτ γινόνταν μέχρι τις ημέρες των πατεράδων μας τα αλώνια των σιτηρών ( Λίμθ = Αλώνια ).

Ο Μαυροβουνιώτης βλέποντας τον όγκο της Τουρκικής στρατιάς του Μαχμούτ 3000 πεζούς και 600 ιππείς έστειλε αγγελιοφόρο στον Ευμορφόπουλο, που ήταν στο Γαϊδουρονήσι της Αταλάντης με την χιλιαρχία του να έρθει την πρωία της 29-1-1829 στο Μαρτίνο για ενίσχυση.

Αυτός όμως δεν ήρθε παρά μόνο οι εκατόνταρχος Γ. Σκουρτανιώτης με 100 Θηβαίους παραβίασαν την διαταγή και ήρθαν όπως θα δούμε να βοηθήσουν.

Θα περιγράψουμε την μάχη όπως την αναφέρουν οι συγγραφείς Ν. Κασομούλης,           Γ. Τσεβάς, και Τριαντάφυλλος Παναγιώτου αλλά και από μαρτυρίες γερόντων Μαρτιναίων που μερικοί έζησαν πάνω από 100 χρόνια, όπως ο Σπύρος Παπαϊωάννου και Γ. Πύλλιας.

Αναφέρεται ότι την πρωία της 29-1-1829 οι Τούρκοι μετά την καθιερωμένη προσευχή επιτέθηκαν τρεις φορές απεκρούσθησαν και την τέταρτη ετράπησαν σε φυγή.

Με την εκδοχή αυτή φαίνεται ότι το Μαρτίνο ήταν οχυρωμένο και περιφερειακό (Ν. Κασομούλης: εις το οχυρό τούτο χωρίον) και ο Μαυροβουνιώτης αφήνει στην περιφέρεια και στην άκρη του χωριού τον πεντακοσίαρχον Τριαντάφυλλο Τζουρά.

Αλλά ο σεισμός του 1894 που αποδίδεται στο ρήγμα της Αταλάντης ισοπέδωσε το χωριό της νίκης και δεν άφησε ίχνη για να αξιολογήσουμε εμείς σήμερα την οχύρωση του Μαρτίνου (που ίσως να είχαν κτισθεί και οι περιφερειακοί δρόμοι)

Οι παλιοί Μαρτιναίοι λένε ότι οι Τούρκοι μια φορά μπήκαν στο Μαρτίνο και εξήλθαν κυνηγημένοι.

Ο ίδιος ο Μαχμούτ δεν μπήκε στο Μαρτίνο διότι αν έμπαινε πιθανότατα να τον  είχαν σκοτώσει, αλλά έφιππος συντόνιζε την μάχη από τα αλώνια που είχε στρατοπεδεύσει εδώ που σήμερα είναι ο ανδριάντας του Μαυροβουνιώτη και περίμενε να καταστρέψουν το Μαρτίνο και να περάσει νικητής εν μέσω πτωμάτων και ερειπίων.

Η σωστότερη εκδοχή που υποστηρίζουν και οι μαρτυρίες γερόντων Μαρτιναίων είναι: ότι ο Μαυροβουνιώτης έστειλε μια ομάδα από Μαρτιναίους βοσκούς με το κοπάδι τους το οποίο το κατηύθυναν μέχρι το στρατόπεδο των Τούρκων και εμφανίσθηκαν το πρωί  σαν να πήγαιναν να μαζέψουν τα πρόβατά τους.

Το ιππικό των Τούρκων το οποίο ήταν ήδη έτοιμο για έφοδο, κυνήγησε τους βοσκούς για να τους αιχμαλωτίσει, αλλά τα άλογα μπερδεύτηκαν με το κοπάδι και οι βοσκοί βρήκαν τον χρόνο να υποχωρούν και να πυροβολούν.

Στο άκουσμα των πυροβολισμών, όλο το ιππικό των Τούρκων ακολούθησε τους αρματωμένους βοσκούς μέχρι το κέντρο του χωριού, εκεί κρύφτηκαν στα σπίτια και ενώθηκαν με τους άλλους αμυνόμενους.

Οι Μαρτιναίοι είχαν κτίσει τις πόρτες των σπιτιών και τα παράθυρα μέχρι την μέση κάνοντάς τα πολεμίστρες και από εκεί οι γυναίκες γέμιζαν τα καρυοφύλλια και οι άνδρες σκόπευαν και πυροβολούσαν εκ του ασφαλούς, γι’αυτό δεν είχαμε και κανέναν νεκρό. Εκτός του πληγωμένου της πρώτης ημέρας στο δυτικό μέρος του πετρόχτιστου οικισμού της Τσούκας που υπέκυψε στα τραύματά του.

Ο Μαυροβουνιώτης είχε κατανείμει τον στρατό του στο κέντρο του χωριού και στην πλατεία γύρω από την εκκλησία με ενισχυμένο το ανατολικό μέρος όπου η πεντοκοσιαρχία του Γιάννη Κλίμακα μέσα στην οποία και ο εκαντόνταρχος Μαυροδήμος Στάμος (Μαρτιναίος οπλαρχηγός, ο οποίος είχε 100 αρματωμένους Μαρτιναίους υπό τις διαταγές του και λάβαιναν μέρος όπου τους καλούσε η πατρίδα.

Η χιλιαρχία του Μαυροβουνιώτη αποτελούνταν από δυο πεντηκοσιαρχίες του Τζουρά και του Κλίμακα.  Ο ίδιος ο Μαυροβουνιώτης με μια ομάδα εμπειροπόλεμων στρατιωτών ήταν ταμπουρωμένος στην άλλη πλατεία με τα πλατάνια όπου και το μνημείου του αγνώστου σήμερα, στο ανατολικό και αυτό μέρος όπου σήμερα είναι τα σπίτια του Νάστου του Αριστοτέλη του Παπαγεωργίου και του Καραμάνη.

Επίσης κατά μήκος του κεντρικού δρόμου από την εκκλησία μέχρι την πλατεία του αγνώστου στρατιώτη είχαν αναπτυχθεί και ταμπουρωθεί στα σπίτια ανώνυμοι στρατιώτες και ανώνυμοι κάτοικοι του Μαρτίνου που πολεμούσαν «υπέρ βωμών και εστιών».  Επίσης και μερικοί Μαρτιναίοι επώνυμοι που έμειναν τα ονόματά τους από τις αιτήσεις πολεμικών αποζημιώσεων που είχαν καταθέσει στους έπαρχους Θηβών και Αταλάντης.

Μεταξύ αυτών ο Μαρτιναίος πεντηκόνταρχος Αγγελής Δήμος που είχε πενήντα Μαρτιναίους υπό τις διαταγές του.  ΄Ενας άλλος Μαρτιναίος ο Δήμος Βέργος επίσης πεντηκόνταρχος είχε και αυτός πενήντα Μαρτιναίους αρματωμένους υπό τις διαταγές του. ΄Αλλος ένας Μαρτιναίος στρατιώτης ο Λουκάς Ν. Κούρος που θα τον συναντήσουμε στα αρχεία των έπαρχων σαν Λουκάς Νικολάου ή Κούρος ο Μαρτιναίος που πολέμησε γενναία στη μάχη σώμα με σώμα.  Ο γιος του αγωνιστή ήταν μετέπειτα συμβολαιογράφος Αταλάντης. Το πραγματικό του επίθετο ήταν Νικολάου.  Το Κούρος το απέκτησε από τον Καραϊσκάκη που τον παρομοίαζε σαν τους Κούρους τα αρχαία αγάλματα λόγων των σωματικών του διαπλάσεων οι απόγονοί του σήμερα στο Μαρτίνο φέρουν το επίθετο Κούρος.

Επίσης ο Μαρτιναίος στρατιώτης Δήμος Βόλης ο οποίος καταγόταν από το Μαρτίνο αλλά διέμενε στο Μουρίκι της Βοιωτίας μόλις έμαθε ότι κινδύνευε το Μαρτίνο ζώστηκε τα άρματα και αγωνίσθηκε γενναία μέχρι το τέλος της μάχης. Την μαρτυρία αυτή υπογράφουν αργότερα Μαυροβουνιώτης και Μαυροδήμος την 5η Οκτωβρίου του 1846.

Για όλα τα ονόματα των αγωνιστών υπάρχουν σήμερα απόγονοι στο Μαρτίνο εκτός του Μαυροδήμου που ακολούθησε το στρατιωτικό επάγγελμα και μετακόμισε στην Λαμία.

Το σπίτι του Μαυροδήμου ήταν ένα χαμόσπιτο στο τετράγωνο που είναι τα σπίτια του Παληκαρη του κ. Τσούτουλα του Νάστου κάπου εκεί γεννήθηκε ο Μαυροδήμος Στάμος και στα 17 του χρόνια ήταν κλέφτης.  Μετά τον σεισμό του 1894 το σπίτι του δεν ξανακτίσθηκε οι συγγενείς έφυγαν για το Ακραίφνιο εκεί είναι και σήμερα.

Και τώρα το χρονικό της μάχης όπως το αναφέρουν γέροντες Μαρτιναίοι που δεν διαφέρει πολύ από τους ιστορικούς.

Το ιππικό των Τούρκων ακολουθεί τους βοσκούς που στην πραγματικότητα μπορεί να είναι και εμπειροπόλεμοι στρατιώτες και εισέρχεται χωρίς να καταλάβει τίποτα μέχρι την κεντρική πλατεία του χωριού μπροστά από την εκκλησία των Ταξιαρχών.

Απόλυτη σιγή επικρατεί μόνο οι οπλές των αλόγων ακούγονται οι Τούρκοι νομίζουν ότι το χωριό έχει εγκαταλειφθεί, ένας άνδρας ηγείται του ιππικού των Τούρκων στέκεται μπροστά από την εκκλησία και με μέτωπο προς τα ανατολικά σπίτια (ίσως κάτι να είδε μέσα στα σπίτια) και μιλάει στα αρβανίτικα στους Μαρτιναίους και λέει: ΄Οσοι κρύβονται στα σπίτια να παραδοθούν γιατί αλλιώς θα σας κάψουμε ζωντανούς.  Οι Μαρτιναίοι του απάντησαν με ένα δεύτερο «Μολών Λαβέ» τον έβρισαν στην γλώσσα του ενώ σε δευτερόλεπτα πριν αντιδράσει ακούστηκε πυροβολισμός και μια σφαίρα που ήλθε από τα σπίτια που είναι δίπλα στην εκκλησία από την ανατολική πλευρά εκεί που σήμερα είναι τα σπίτια του Θεόδωρου του Καβάλα και του Λέκα, από ένα από αυτά που είχαν ταμπουρωθεί ο εκατόνταρχος Μαυροδήμος με 100 αρματωμένους Μαρτιναίους, βρίσκει η σφαίρα τον Τουρκαλβανό στο κεφάλι ο οποίος πέφτει νεκρός μπροστά από το άλογό του στο χώμα.

Τότε μια φωνή ακούγεται από όλες τις πλευρές γύρω από την πλατεία και πιο πέρα ακόμα φωτιά και ένας καταιγισμός πυρός σωριάζει σχεδόν τους μισούς και πάρα πάνω καβαλαρέους Τούρκους στο χώμα, οι Τούρκοι λυσσομανούν και προσπαθούν να σκαρφαλώσουν στα σπίτια.

Το πυκνό όμως ντουφεκίδι από τα σπίτια πολεμίστρες τους αποδεκατίζει δεύτερη και τρίτη φορά επιτίθενται μα οι περισσότεροι πέφτουν νεκροί, προσπαθούν να βρουν οδό διαφυγής μα βρίσκουν τους παράδρομους του κεντρικού δρόμου με τα στενά σοκάκια όπως είναι και σήμερα, κτισμένους με πέτρες και λάσπη ο μόνος δρόμος που τους έχει απομείνει είναι ο ίδιος δρόμος που μπήκαν στο Μαρτίνο. ΄Αλογα αφηνιασμένα χωρίς αναβάτες στριφογυρίζουν χλιμιντρίζοντας και ποδοπατώντας το πεζικό των Τούρκων που ακολουθούσε το Ιππικό.

Καταλαμβάνονται από πανικό και τρέπονται σε φυγή.  Εκείνη την ώρα ο Μαυροβουνιώτης και άλλοι αγωνιστές βγήκαν από ταμπουρωμένα σπίτια με γυμνά ξίφη και όρμησαν επάνω στους Τούρκους, που έφευγαν τρέχοντας ο καθένας για να σώσει τον εαυτό του.  Εκεί στην πλατεία με τα πλατάνια έγινε μεγάλη σφαγή που σήμερα ονομάζεται Πλατεία 29ης Ιανουαρίου.   Στην πρώτη πλατεία μπροστά στην εκκλησία και εκεί πέσανε πολλοί Τούρκοι νεκροί, αλλά δεν δόθηκε μάχη, σώμα με σώμα γιαυτό δεν είχαμε κανέναν νεκρό, διότι όλοι ήσαν ταμπουρωμένοι στα σπίτια και πυροβολούσαν εκ του ασφαλούς και οι περισσότεροι Τούρκοι νεκροί ήσαν καβαλαρέοι που έδιναν καλύτερο στόχο, γι’αυτό υποστηρίζουν ότι αν ο Μαχμούτ έμπαινε μέσα στο Μαρτίνο θα γινόταν αντιληπτός από τους ελεύθερους σκοπευτές από τις πολεμίστρες των σπιτιών και θα σκοτώνονταν γιατί φυσικά θα ήταν έφιππος δεν θα μπορούσε ένας πασάς να έρχονταν πεζός.

Αλλά και στην πλατεία με τα πλατάνια που δόθηκε μάχη σώμα με σώμα αρχής γενομένης από τον ίδιο τον Μαυροβουνιώτη οι Τούρκοι δεν ήσαν εις θέσιν να αντισταθούν είχαν καταληφθεί από φόβο και έτρεχαν να σωθούν, και εκεί δεν είχαμε κανένα νεκρό ΄Ελληνα.  Την χρονική αυτή στιγμή έφθασε και ο εκαντόταρχος                   Γ. Σκουρτανιώτης  με 100 Θηβαίους από το Γαϊδουρονήσι της Αταλάντης παραβιάζοντας την διαταγή του Ευμορφόπουλου.

Μέσα στην εκατονταρχία των Θηβαίων του Γ. Σκουρτανιώτη ήταν και ο Μαρτιναίος Ιωάννης Κόλια (μαρτυρία έπαρχου Θηβών 17-4-1865).

Είχε γεννηθεί στο Μαρτίνο και διέμενε στο Ακραίφνιο των Θηβών και παρότρυνε τον εκατόνταρχον Γ. Σκουρτανιώτη να έρθουν και να πολεμίσουν στο Μαρτίνο όπου κινδύνευε η πατρογονική του εστία.  Ο Μαυροβουνιώτης κυνήγησε τους Τούρκους από την πλατεία με τα πλατάνια στον ανηφορικό δρόμο προς το στρατόπεδο των Τούρκων στα αλώνια χωρίς να τους δώσει την ευκαιρία να ανασυνταχθούν, οπότε αυτοί που έβγαιναν από το Μαρτίνο κυνηγημένοι παρέσυραν και τις εφεδρίες και τον τον Μαχμούτ σε άτακτο φυγή.

Βασικά η μάχη μέσα στο Μαρτίνο επισφραγίστηκε με την κατάληψη του στρατοπέδου των Τούρκων εδώ στη μεγάλη πλατεία στα αλώνια όπου σήμερα βρίσκεται το άγαλμα του Βάσου Μαυροβουνιώτη.  Γέροντες Μαρτιναίοι λένε ότι η σκηνή του Μαχμούτ ήταν εδώ στη μεγάλη πλατεία και δίπλα στο δρόμο προς την τσούκα.  Ο Μαυροβουνιώτης όρμησε να τον αιχμαλωτίσει αλλά ο Μαχμούτ έφυγε έφιππος μαζί με τις εφεδρείες και τα υπολείμματα της στρατιάς του τα λάφυρα που έπεσαν στα χέρια των Ελλήνων ήταν πολλά: άλογα, σκηνές, όπλα, σπαθιά και πολλοί κάδοι με μπαρούτι, ενώ οι Τούρκικες σημαίες ανέρχονταν όπως γράφουν συγγραφείς της εποχής αυτής σε 9. 

Το 1983 υπήρχαν 1 σημαία Τούρκικη στην προεδρία της δημοκρατίας και μία στο πολεμικό μουσείο επί της Βασ. Σοφίας.

Η καταδίωξη βέβαια συνεχίσθηκε -Ν.Κασομούλης (έως 1 1/2 ώρα πέραν του Μαρτίνου). Με αιχμαλωτισμένα άλογα των Τούρκων στο Μοναχού και πέρα από την Τσούκα πυροβολώντας και αποδεκατίζοντας τους εχθρούς, μα εκεί ένας άλλος εχθρός περίμενε τους Τούρκους για να τους αποτελειώσει ήταν ο χειμώνας.                          « Αιφνιδίως ανέσκυψε βαρύς χειμών» γράφει ο συγγραφέας του αγώνα                            Ν. Κασομούλης.

Μαρτυρίες γερόντων λέγουν ότι ο Μαυροβουνιώτης γύρισε πίσω στο Μαρτίνο και έσφαξαν αρνιά και γλέντησαν μέχρι το πρωί ενώ το χιόνι είχε σκεπάσει τα πάντα μέχρι τις στέγες των σπιτιών, διακόπτοντας κάθε επικοινωνία με το Μαρτίνο, αυτό συνετέλεσε που δεν μεταδόθηκε αμέσως η νίκη στο Μαρτίνο, και άρχισε να ξεχνιέται από την γέννησή της.

Και να τι γράφει ένα ανακοινωθέν του Γενικού στρατοπέδου των Ελλήνων στην Αράχωβα όπου έκανε 8 ημέρες να φθάσει το άγγελμα της νίκης: Αράχωβα 6 Φεβρουαρίου 1829 «χθες παρ' ελπίδα έφθασαν εδώ καταπαγωμένοι δυο στρατιώτες από το σώμα του αρχηγού Βάσου, φέροντας αγγελίας χαροποιάς και σπεύδω να αναγγείλω μια λαμπράν νίκην του σώματος τούτου εις Μαρτίνον»

Γέροντες Μαρτίνου λέγουν: ότι επίσης νεκροί Τούρκοι υπήρχαν μετά το λιώσιμο του χιονιού που δεν μετρήθηκαν σποραδικά κατά μήκος του δρόμου από το Μαρτίνο προς την Τσούκα καθώς τους κυνηγούσαν και τους πυροβολούσαν, 450 νεκροί Τούρκοι και πάρα πολλοί τραυματίες ήταν ο απολογισμός της επίθεσης του Μαχμούτ στο Μαρτίνο.

Λίγο μετά το τέλος της μάχης εμφανίσθηκε και ο στρατός του Ομέρ πασά της Χαλκίδος στο γειτονικό χωριό κόκκινο και μαθαίνοντας για την συντριβή του Μαχμούτ δεν τόλμησε να επιτεθεί και γύρισε πίσω.

΄Ολους τους Τούρκους νεκρούς οι Μαρτιναίοι τους έθαψαν 150 μ περίπου βόρεια από το μνημείο του αγνώστου στρατιώτη σήμερα στην πλαγιά του ρέματος.

Πίσω από τις μαρτυρίες των γερόντων Μαρτιναίων υπάρχει και μια ιστορική αλήθεια για τον εκατόνταρχο Μαυροδήμο Στάμο που λένε ότι σκότωσε τον αρχηγό του ιππικού.  Οι ιστορικοί γράφουν ότι παρασημοφορήθηκε και ανδραγάθησε ο Μαυροδήμος.  Δεν μας λέγουν όμως γιατί; Δεύτερη περίπτωση για τον αρχηγό του ιππικού τον Αλβανό Καρδιοφίλμπεη που έκανε το μοιραίο λάθος και οδήγησε τον στρατό του Μαχμούτ μέσα στο Μαρτίνο και πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε μπροστά στην εκκλησία, οι ιστορικοί γράφουν: Ν. Κασομούλης «Εις εκ των πρωτίστων των Τούρκων» εφονεύθη εις το Μαρτίνο. Γ. Τσεβάς «ο δεύτερος την ιεραρχία των Τούρκων» καθώς και ο Τριαντάφυλλος Παπαναγιώτου «΄Ενας από τους πρωτίστους των Τούρκων» ΄Ηταν ο Τουρκαλβανός Καριοφίλμπεης που είχε ξεκινήσει μαζί με τον  Μαχμούτ από την Λαμία και ήταν ο δεύτερος στην ιεραρχία της τούρκικης στρατιάς.

Ανατολική οχύρωση Ο Βάσως Μαυροβουνιώτης εκτός από την ανδρεία του είχε και στρατηγικό μυαλό όσες μάχες σχεδίασε μόνος του ήταν όλες νικηφόρες, στην περίπτωση του Μαρτίνου.  Ο Βάσως Μαυροβουνιώτης είχε προδιαγραμμένη την νίκη στο μυαλό του, είχε οχυρώσει και επανδρώσει περισσότερο την ανατολική πλευρά με αμυντική γραμμή τον κεντρικό δρόμο ίσως και πιο πέρα που συνδέει τις δυο πλατείες.

΄Ολοι οι συγγραφείς αναφέρουν ότι οι περισσότεροι είχαν ταμπουρωθεί στα σπίτια της ανατολικής πλευράς κατά μήκος του κεντρικού δρόμου που είναι σήμερα πλακόστρωτη οδός Μαυροδήμου Στάμου που ενώνει την πλατεία των Ταξιαρχών με την πλατεία του αγνώστου με τα πλατάνια και ας μην ξεχνάμε ότι ο εχθρός είχε στρατοπεδεύσει Δυτικά του χωριού στα αλώνια.  ΄Ετσι σε περίπτωση που δεν έπιανε το στρατήγημα να μπουν μόνοι τους οι Τούρκοι στο Μαρτίνο από την είσοδο παρασυρόμενοι από τους βοσκούς.  Και αρχίζουν να επιτίθενται στο χωριό από την δυτική πλευρά ίσως εθυσιάζετο ένα μέρος του χωριού το δυτικό, αλλά η μάχη θα εδίνετο πάλι μέσα στα στενά σοκάκια του Μαρτίνου με την ίδια αμυντική γραμμή και πάλι με την συμμετοχή των κατοίκων αλλά ίσως με μεγαλύτερες απώλειες.

Σε οποιαδήποτε άλλο ανοικτό μέρος η χιλιαρχία του Μαυροβουνιώτη θα υπερφαλαγγίζετο από τον όγκο της Τούρκικης στρατιάς.

Η Συμβολή των Μαρτιναίων στον αγώνα για την ελευθερία

Αν υπολογίσουμε την μια εκατονταρχία του Μαρτιναίου εκατόνταρχοι Μαυροδήμου με 100 Μαρτιναίους (διότι για να γίνεις εκατόνταρχος δεν έφθανε μόνο η ανδρεία, αλλά να έχεις και 100 άνδρες υπό τις διαταγές σου). Και 50+50 άλλους 100 άνδρες από τις πεντηκονταρχίες των Μαρτιναίων Αγγελή Δήμου και Δήμο Βέργο που τους αναφέρει σαν Υπ/κούς, τότε η τακτική δύναμη μέσα στην χιλιαρχία του Μαυροβουνιώτη ανέρχετο σε 200 αρματωμένους και εμπειροπόλεμους Μαρτιναίους οι οποίοι όπως γράφουν τα αρχεία των επάρχων Θηβών και Αταλάντης, συμμετείχαν όχι μόνο στην Μάχη του Μαρτίνου αλλά όπου τους καλούσε η πατρίδα όπως στην πολιορκία των Αθηνών της Ναυπάκτου, στα βρισάκια στα Σάλωνα, στο Χαϊδάρι στα Βασιλικά, στο Δερβένι της Ευβοίας στην Στυλίδα και στην Αράχωβα με τον Καραϊσκάκη.

Αλλά και πριν την Μάχη του Μαρτίνου υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες για την συμβολή των Μαρτιναίων στον αγώνα για την ελευθερία όπως μια από τις δέκα ανέκδοτες επιστολές του Οδυσσέα Ανδρούτσου όπως αναφέρει και ο συγγραφέας Αντωνίου Α. Βασίλειος 1821-1971 στην τρίτη επιστολή.

Γράφει ο Οδυσσέας Ανδρούτσος 5 χρόνια πριν την μάχη του Μαρτίνου. 3 Ιανουαρίου του 1824 περνώντας από την Μαλεσίνα προς τον εκατόνταρχον Τοπολιάτη οπλαρχηγό Γ. Παγώνα ( ο οποίος πήρε το επίθετο από το όνομα της μάνας του Παγώνας διότι του είχαν σκοτώσει οι Τούρκοι τον πατέρα και είχε μείνει ορφανός και  όλοι τον φώναζαν Γεωργάκη της Παγώνας.

Του αναφέρει ο Οδυσσέας ότι στην προσπάθειά μου να στρατολογήσω πολεμιστές για τον αγώνα, δεν βρίσκω ανταπόκριση και καταντούν όλοι γυναίκες, και έστειλα στο Μαρτίνο και μου υποσχέθηκαν σύσσωμοι να μου δώσουν.

Και διαβάζω την επιστολή  όπως ακριβώς την έγραψε ο μεγάλος αυτός αγωνιστής του έθνους.

«Αδελφέ μου Γεωργάκη της Παγώνας σου φιλώ τα μάτια, σου φανερώνω και ότι από τους εδικούνες μας ανθρώπους δεν ημπόρεσαν να βρούν στοργή, μόνο καταντούν, ούλοι σαν γυναίκες και έστειλα στο Μαρτίνο και μου υποσχέθηκαν αυτοί σιγρί να μας τους δώκουν»

Μαλεσίνα, 31 Ιανουαρίου 1824                                Ο αδελφός σου

                                                                           Οδυσσέας Ανδρίτσου

Αυτό συνέβη 5 χρόνια πριν την μάχη του Μαρτίνου.  Μαρτυρίες γερόντων λέγουν ότι ένας σημαντικός αριθμός Μαρτιναίων ακολουθούσε αυτόν τον Σταυραετόν της Ρούμελης τον Οδυσσέα Ανδρούτσο από τις ένδοξες μέρες μέχρι την πτώσιν του.

Όλες αυτές οι μαρτυρίες αποδεικνύουν ότι οι Μαρτιναίοι όχι μόνο πολέμησαν στην Μάχη του Μαρτίνου αλλά ήσαν αναμιγμένοι από την αρχή της ελληνικής επανάστασης στα επαναστατικά τμήματα όπως του Οδυσσέα Ανδρούτσου.

Αλλά και στα πιο βαθιά χρόνια της Τουρκιάς τότε που γεννιόντουσαν σκλάβοι και πέθαιναν σκλάβοι οι Μαρτιναίοι συμμετείχαν στα άτακτα σώματα της κλεφτουριάς και έδιναν μάχες από τα βράχια του ορεινού όγκου του Προφήτη Ηλία, όταν οι Τούρκοι φοροεισπράκτορες έρχονταν στο Μαρτίνο για να πάρουν τους φόρους γιατί μόνο τότε έρχονταν. Είναι γνωστή στους Μαρτιναίους η ιστορία του Αθανασάκη ή Καράλη που είχε σκοτώσει τον Τούρκο πασά της Χαλκίδας και κρύβονταν σε όλη του την ζωή γιατί ήταν επικηρυγμένος, σε μια σπηλιά δυτικά και 1.500 μ. Κάτω από το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία στην κορυφή του βουνού, που και σήμερα την ονομάζουμε «Σπηλιά του Αθανασάκη»

Τελειώνοντας αναφέρω εν συντομία 2 αιτίες που ενήργησαν κατασταλτικά για να ξεχασθεί η Μάχη του Μαρτίνου.

Η μία είναι το ύψος του χιονιού απέκοψε κάθε επικοινωνία της υπόλοιπης Στερεάς με το Μαρτίνο, και έκανε πολλές ημέρες να μεταδοθεί το άγγελμα της νίκης και να αναπτερώσει το ηθικό των καταπονημένων κατοίκων της Στερεάς Ελλάδας.

Η άλλη αιτία είναι ο τρομερός σεισμός του 1894 που αποδίδεται στο ρήγμα της Αταλάντης, 65 χρόνια μετά την Μάχη του Μαρτίνου κατεδάφισε κυριολεκτικά το χωριό της νίκης ενώ μόνο 4 οικίες έμειναν όρθιες όπως γράφει η εφημερίς «Εστία» της εποχής αυτής.  Ότι δεν μπόρεσε να κάνει ο Μαχμούτ, έκανε ο σεισμός αν και το Μαρτίνο κτίσθηκε ξανά πάνω στα θεμέλια των παλαιών σπιτιών το χωριό της νίκης ξεχάσθηκε.  Τα σπίτια πολεμίστρες και η οχύρωση γκρεμίστηκαν οι χιλίαρχοι, οι εκατόνταρχοι, οι πεντηκόνταρχοι ξεχάσθηκαν και μαζί με αυτούς και η Μάχη του Μαρτίνου έμεινε για 150 χρόνια στα αρχεία του ελληνικού κράτους.

Μέχρι ο αξιότιμος Ακαδημαϊκός Τριαντάφυλλος Παπαναγιώτου την φέρει στο φως και την γιορτάσουμε εμείς σήμερα.

Νίκος Αθ. Μπάτσος

Εφημερίδα

Χρησιμοποιούμε cookies για να βελτιώσουμε την εμπειρία σας στον ιστότοπό μας.Με την περιήγηση σε αυτόν τον ιστότοπο, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies.