«Αγαπητοί μου Πατέρες, αγαπητοί μου Άρχοντες και αγαπητοί μου αδελφοί, θεράπευσε ο Κύριος τους δέκα λεπρούς, οι οποίοι δεν ήταν απλώς ασθενείς, αλλά βρίσκονταν στην απομόνωση και στο κοινωνικό περιθώριο.Αυτό σήμερα το ζούμε με ασθένειες που δεν είναι μεταδοτικές, αλλά η έλλειψη παιδείας, η προκατάληψη, μας κάνει να θέτουμε στο περιθώριο αυτούς που αντιμετωπίζουν δυσκολίες ή ασθένειες ή που αποσιωπούν τη δυσκολία τους, ενώ η ασθένεια, η αδυναμία, η δυσκολία είναι κομμάτι του εαυτού τους που απαιτεί σεβασμό και αγάπη απ’ όλους.
Βρισκόντουσαν λοιπόν σε ασθένεια και σε έλλειψη κοινωνίας. Σε αυτή τη διπλή κατάσταση έρχεται ο Χριστός χωρίς προϋποθέσεις να τους θεραπεύσει από τη σωματική ασθένεια που ήταν ορατή.
Βλέπουμε όμως ενώ η θεραπεία τους δίνει τη δυνατότητα να ενσωματωθούν, να αποκτήσουν σχέσεις κοινωνικές και ενώ θα έπρεπε η πρώτη τους κοινωνία να είναι με τον ευεργέτη Χριστό, μονάχα ένας επιστρέφει και του λέει ευχαριστώ.
Παρόλο που ήταν Σαμαρείτης, άνθρωπος άλλης φυλετικής καταγωγής, αυτό δεν τον εμποδίζει και εκφράζει την ευγνωμοσύνη του. Οι άλλοι εννέα που ήταν ομόθρησκοι εξαφανίζονται, κλεισμένοι από τη βαθύτερη ασθένειά τους, αυτή του εγωισμού και της αγνωμοσύνης.
Τι είναι θεραπεία τελικά; Να ξεπεράσουμε ένα εξωτερικό πρόβλημα ή να πάψει η καρδιά μας να είναι ιδιοτελής;
Να μπορεί να κοινωνεί, να συναναστρέφεται, να είναι ενεργό μέλος μιας κοινωνίας και όχι ένας πυρήνας μιας ατομικότητας.
Ο Χριστός παρουσιάζει σε όλους μας το ερώτημα: «τι θέλεις τελικά να είμαι;» Η λύση στην ανάγκη σου ή να είμαι ο φίλος σου, ο δικός σου, που θα ανοίγεις την καρδιά σου;
Ο ένας λεπρός επέλεξε για φίλο του και δικό του, τον Θεό της αγάπης και της επικοινωνίας.
Οι άλλοι εννέα έλυσαν το εξωτερικό τους πρόβλημα, αλλά όχι το εσωτερικό τους. Ήταν φίλαυτοι και ακοινώνητοι, γιατί ήταν καρδιακά ασθενείς.
Η πραγματική ασθένεια είναι η απροθυμία μας να ανοίγουμε την καρδιά μας να επικοινωνούμε και να καταθέτουμε τον εσωτερικό μας κόσμο.
Αν πάμε στο νοσοκομείο, θα δούμε ανθρώπους σε δύσκολη κατάσταση να είναι πολύ οικείοι προς το πρόσωπό που τους βγάζει αγάπη και καλοσύνη.
Για ένα ποτήρι νερό που μπορεί να τους προσέφεραν, για μια καλημέρα ή μια καλησπέρα. Αυτοί δεν είναι ασθενείς αλλά υγιέστατοι.
Βλέπεις στην κοινωνία ανθρώπους πετυχημένους, αλλά σκληρόκαρδους που δεν ανοίγουν την καρδιά τους. Αυτοί είναι πραγματικά άρρωστοι.
Η αγάπη του Χριστού μας θέτει αυτά τα διλήμματα. Να μάθουμε να εκτιμάμε τη ζωή. Να αναπνέουμε, να αγαπάμε, να σχεδιάζουμε. Αυτό αρκεί για να είμαστε γεμάτοι.
Εύχομαι ολόψυχα η ζωή μας να γίνει προέκταση της Θείας Λειτουργίας που ονομάζεται Θεία Ευχαριστία. Όπως προτρέπει και ο Απόστολος Παύλος "ευχάριστοι γίνεσθε ευχαριστείτε εν παντί".
Ένα ευχαριστώ σε κάνει να ξεχάσεις κάθε δυσκολία. Να μάθουμε και για τα μικρά και για τα μεγάλα να λέμε ευχαριστώ.
Στο τέλος της ημέρας αυτός που υποφέρει είναι αυτός που είναι κακομοίρης. Αυτός που λέει ευχαριστώ είναι άρχοντας. Ο πραγματικά ευτυχισμένος που ξέρει να απολαμβάνει τη ζωή του.
Το να ευγνωμονείς δεν είναι ήττα, δεν είναι υποχώρηση. Πέστε το ευχαριστώ, κάντε το καλό και ρίξτε το στο γιαλό».