Παρασκευή, 19 04 2024

Ρήγμα Αταλάντης

 
 
Το ρήγμα της Αταλάντης, είναι κανονικό γεωλογικό ρήγμα, Α-Δ έως ΑΝΑ - ΔΒΔ διεύθυνσης και κλίσης προς τα βόρεια - βορειοανατολικά, μήκους 38 χιλιομέτρων στην περιοχή της Αταλάντης Φθιώτιδας. Διέρχεται από τη νότια πλευρά της πόλης, στους πρόποδες του όρους Χλωμό, και σχεδόν ταυτίζεται με τις σεισμικές διαρρήξεις του Απριλίου του 1894.
 
Τοποθεσία
Το ρήγμα αυτό είναι τμήμα μιας ευρύτερης ρηξιγενούς ζώνης. Αρχίζει από το ρέμα του Καραγκιόζη, συνεχίζει προς Ασπρόρεμα - Κυπαρίσσι και φτάνει μέχρι Λάρυμνα. Το συνολικό μήκος του δεν ξεπερνά τα 38 χιλιόμετρα, ενώ υποδιαιρείται σε πέντε τουλάχιστον επιμέρους τμήματα:
 
της Αταλάντης
του Κυπαρισσίου - Αλμυρά
της Τραγάνας - Προσκύνα
του Μαρτίνου και
της Λάρυμνας
 
Η σεισμική δυναμικότητα
Η σεισμική δυναμικότητα της ρηξιγενούς ζώνης όταν ενεργοποιηθεί στο συνολικό της μήκος (38 χλμ), είναι της τάξης των σεισμών του 1894 (Μs=6,7-7,2), ωστόσο τα επιμέρους τμήματά της όταν ενεργοποιούνται ανεξάρτητα εκτιμάται ότι παράγουν σεισμούς μεταξύ Μ 5,5-6,6, ειδικότερα μόνο το τμήμα της Αταλάντης μπορεί να συνδέεται με σεισμούς της τάξης του Μ 6,0.
 
Το ρήγμα και ο υδροφόρος ορίζοντας
Σε μια περιοχή με ενεργά ρήγματα τα ποτάμια αναγκάζονται να προσαρμόσουν τη ροή τους στις ξαφνικές, κατακόρυφες μεταβολές του εδάφους. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν δύο περιοχές, το Ασπρόρεμα και η Μαλεσίνα αντίστοιχα. Ανατολικά από το Ασπρόρεμα φαίνεται ότι τρία ρέματα «αναγκάστηκαν» να στραφούν προς τα αριστερά, επειδή η ροή προς τη θάλασσα εμποδίστηκε τα τελευταία μερικές χιλιάδες χρόνια, λόγω της ανάπτυξης του ρήγματος. Στη Μαλεσίνα δεν υπάρχει ομοιογενής ροή προς τη θάλασσα, αλλά τα νερά ακολουθούν δύο γενικές κατευθύνσεις προς τα ανατολικά και προς τα δυτικά, αντίστοιχα. Αυτό οφείλεται στο ότι στην περιοχή αυτή τελειώνει το ρήγμα, δηλαδή η καταβύθιση της περιοχής είναι μικρή.
 
Σεισμική Δραστηριότητα
Οι Διόδωρος Σικελιώτης και Θουκυδίδης γράφουν για ένα μεγάλο σεισμό το καλοκαίρι του 426 π.Χ. με συνταρακτικές συνέπειες, όπως η καταστροφή της πρωτεύουσας της Οπουντίας Λοκρίδας. Οι ίδιοι πάλι αναφέρουν ένα τρομερό σεισμό το 396 π.Χ. Πιθανολογείται ότι οι σεισμοί αυτοί ήταν η κύρια καταστροφή των αρχαίων πόλεων της περιοχής. Ο μεγαλύτερος όμως και ο πιο γνωστός σεισμός της Λοκρίδας παραμένει ως σήμερα αυτός του 1894 εξαιτίας των πολλών θυμάτων και των εκτεταμένων υλικών καταστροφών κυρίως όμως λόγω των εντυπωσιακών γεωλογικών και γεωμορφολογικών φαινόμενων που ακολούθησαν. Ένας σύντομος κατάλογος των σεισμών της περιοχής με πιθανολογούμενα επίκεντρα:
427/426 π.Χ. με επίκεντρο το Μαλιακό Κόλπο.
Οι περιγραφές που έχουμε στα χέρια μας από Θουκυδίδη (σύγχρονος μάλιστα του σεισμού), Διόδωρο Σικελιώτη και Στράβωνα μιλούν για τεράστιες καταστροφές: από μεγάλες εδαφικές μεταβολές ως τσουνάμι στο Καλλίαρο πεδίο (πεδιάδα της Αταλάντης). Αναφορές κάνουν λόγο για τουλάχιστο 3.000 νεκρούς.
105 ή 106 ή 107 μ.Χ.
Με βάση όσα είναι γνωστά σήμερα, θεωρείται ότι ο σεισμός αυτός ήταν η αιτία καταστροφής της αρχαίας πόλης του Οπούντα. Σημειώθηκε επί Ρωμαίου αυτοκράτορα Τραϊανού, ο οποίος φρόντισε για την ανακούφιση των σεισμοπαθών.
551 π.Χ. με επίκεντρο την πόλη του Σχίναιου (Αχινό ή αρχαίος Εχίνους)
Άλλο ένα ισχυρό πλήγμα υπήρξε για την περιοχή ο σεισμός της άνοιξης του 551 μ.Χ. οπότε και καταστράφηκαν τα τείχη των Θερμοπυλών ενώ θεωρείται πιθανή ακόμη και αποκοπή εδάφους με τη δημιουργία του Αταλαντονησιού που ως τότε ήταν χερσόνησος.
1544μ.Χ. επίκεντρο τη Λαμία
1740μ.Χ. με επίκεντρο το Μαλιακό κόλπο
1758μ.Χ. με επίκεντρο το Μαλιακό Κόλπο
1870μ.Χ. με επίκεντρο ανατολικά της Αράχωβας
 
Σεισμοί του 1894
Το 1894 σημειώθηκαν δύο ισχυροί σεισμοί. Ο πρώτος συνέβη στις 20 Απριλίου με επίκεντρο Μαλεσίνα-Μαρτίνο και ο δεύτερος τις 27 Απριλίου με επίκεντρο τη περιοχή Αταλάντης και προς Άγιο Κωνσταντίνο.
Σύμφωνα με το σεισμολόγο καθηγητή Κ. Μητσόπουλο που έφτασε στην περιοχή αμέσως μετά, σεισμοί αυτοί έγιναν αισθητοί σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Ολόκληρες κατοικημένες περιοχές της Αταλάντης και του Μαρτίνου υπέστησαν σοβαρότατες ζημιές και ορισμένα σημεία τους κατεστράφησαν ολοσχερώς. Οι ανθρώπινες απώλειες έφτασαν συνολικά τα 253 θύματα. Το μέγεθος του πρώτου σεισμού, που ενδέχεται να ήταν και προσεισμός εκτιμάται από 6,4 έως 7,0 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ, ενώ του δευτέρου από 7,0 έως 7,2 και έδωσε ουσιαστικά το τελειωτικό χτύπημα στην περιοχή, αν και το επίκεντρο του ήταν μάλλον πιο βορειοδυτικά προς Άγιο Κωνσταντίνο.
Ερείπια του σεισμού είναι ακόμη και σήμερα ορατά στην παραλία «Παλιομάγαζα» στο Κυπαρίσσι. Ενδεικτικό επίσης του μεγέθους του φαινομένου αποτελεί και η αναφορά του στην αγγλική εφημερίδα «The Illustrated London News» στο φύλλο του της 2ας Ιουνίου 1894. Η σημαντικότερη γεωλογική συνέπεια των σεισμών του 1894 ήταν η δημιουργία του “μεγάλου χάσματος της Λοκρίδας” που αρχικά υπολογίσθηκε στα 60 χιλιόμετρα, ενώ σήμερα ύστερα από εκτεταμένες γεωσεισμικές έρευνες, γνωρίζουμε ότι η μεγάλη αυτή διάρρηξη δεν ξεπερνά τα 38 χλμ.
 
1900 - Σήμερα
Από το 1900 έως και την τρέχουσα περίοδο που διανύουμε έχουν σημειωθεί οι παρακάτω σεισμικές δονήσεις:
Σεπτέμβριος 1916 με επίκεντρο 25 χλμ βόρεια της Αταλάντης και μέγεθος 5,8
Ιούλιος 1935 με επίκεντρο 2,5 χλμ νότια της Αταλάντης και μέγεθος 5,1 R
Ιανουάριος του 1969 με επίκεντρο ίδιο με αυτό των σεισμών του 1894 και μέγεθος 4,2 R
Νοέμβριος 1974 με επίκεντρο νότια της ζώνης Αταλάντης – Μαρτίνου και μέγεθος 4,6 R
Δεκέμβριος 1974 και Ιανουάριος 1975 με επίκεντρο το Μαρτίνο και μέγεθος 4 έως 4,4 R
Οκτώβριος 1976 με επίκεντρο νότια της ζώνης Αταλάντης – Μαρτίνου και μέγεθος 4,6 R
Ιούνιος 1986 (μέγεθος 4,9 R), Αύγουστος 1998 (μέγεθος 4,7 R), Σεπτέμβριος 1992 (μέγεθος 4,2 R),
Αύγουστος 1998 (μέγεθος 4,2 R) με επίκεντρο την περιοχή μεταξύ Αταλάντης και Γουλεμίου.
Λίγες μέρες μετά το σεισμό της Αθήνας την 7η Σεπτεμβρίου του 1999, καταγράφηκε δόνηση μικρού μεγέθους στην περιοχή του Μαρτίνου.
Από το 1964 έως το 1999, δεν έχει καταγραφεί κανένας στην περιοχή σεισμός μεγέθους μεγαλύτερος των 5 R. Η σεισμική ακολουθία με επίκεντρο κοντά στην Αμφίκλεια τις 7 Αυγούστου 2013 σύμφωνα με τον Ευθύμη Λέκκα δεν σχετίζεται με το ρήγμα.
Παπαζάχος – Παπαδόπουλος σεισμός Αταλάντη: Ο σεισμός των 3,9 ρίχτερ που έγινε στην Αταλάντη το Γενάρη του 2020 είχε εστιακό βάθος 14,3 χιλιόμετρα και το επίκεντρο της δόνησης εντοπίζεται 15 χλμ. δυτικά της Αταλάντης. Όπως είναι φυσικό η σεισμική δόνηση σε αυτή την περιοχή θορυβεί πάντα τους κατοίκους λόγω του καταγεγραμμένου ρήγματος που υπάρχει εκεί. Ωστόσο οι επιστήμονες εμφανίζονται καθησυχαστικοί καθώς πρόκειται για συνηθισμένη σεισμική δραστηριότητα για τον ελλαδικό χώρο γενικότερα και για την περιοχή συγκεκριμένα.
Αν εξαιρέσουμε την έξαρση του φαινομένου το 1894, με τις δραματικές συνέπειες του, η περιοχή θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «μέσης σεισμικότητας», δηλαδή καταγράφονται σεισμοί μικρού βάθους με μικρά μεγέθη.
 

Εφημερίδα

Χρησιμοποιούμε cookies για να βελτιώσουμε την εμπειρία σας στον ιστότοπό μας.Με την περιήγηση σε αυτόν τον ιστότοπο, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies.