Ο αγριόχοιρος αυτός ο βασιλιάς και ο θρύλος των ελληνικών βουνών υμνήθηκε από τους αρχαίους Έλληνες, από τον Ερυμάνθιο κάπρο του Ηρακλή, από επιτύμβιες στήλες και παραστάσεις κυνηγιού αγριόχοιρου στα μουσεία όλης της χώρας.
Στην περιοχή Μαρτίνου οι αγριόχοιροι έζησαν από την αρχαία εποχή. Ο Παυσανίας αναφερόμενος για τα βουνά γύρω από την Λάρυμνα «και τα όρη τα υπέρ της πόλης Υών παρέχεται θήραν αγρίων» ότι τα βουνά γύρω από την Λάρυμνα παρέχονται για κυνήγι αγρίων χοίρων. Πολλές ιστορίες από παλιούς βετεράνους κυνηγούς του Μαρτίνου είχα ακούσει για τα βουνά της Γκάτζιας που πήγαιναν και κατασκήνωναν με κυνηγόσκυλα και μουλάρια για να φέρουν τα θηράματα, τους αγριόχοιρους. Όλα αυτά που άκουγα με είχαν συναρπάσει για το κυνήγι του αγριόχοιρου και ανυπομονούσα πότε θα ερχόμουν αντιμέτωπος με το μεγαλόπρεπο αυτό θήραμα.
Η ημέρα αυτή άργησε αλλά ήρθε το 1985 με μια κυνηγετική ομάδα από το Μαρτίνο, τον μακαρίτη τον Κώστα τον Γκιώνη, τον Κώστα τον Πίττα, τον Θανάση τον Τούμπη, τον Γιώργο τον Κυράνα κι άλλους πηγαίναμε στα βουνά της Γκιώνας στο φαράγγι της Καλοσκοπής (Κουκουβίστας) περισσότερο παρακινούμενοι από μένα.
Στην πρώτη εξόρμηση είδαμε 25 αγριογούρουνα το ένα πίσω από το άλλο να ανεβαίνουν μια πλαγιά της Γκιώνας, στην τρίτη εξόρμηση πετύχαμε το κοπάδι σε μια πυκνή δασωμένη πλαγιά σκέτη ζούγκλα, ξαφνικά εξέχει η ράχη ενός κάπρου που όμως αντί να πλησιάζει προς το καρτέρι μου απομακρύνονταν. Σημαδεύω μιάμιση πιθαμή πιο κάτω από την ράχη καθώς πρόκειται για πολύ μεγάλο ζώο, τραβάω την σκανδάλη και το μονόβολο που είχα μέσα στην κάνη βρίσκει τα πλευρά του κάπρου (πιθανόν), αφήνει ένα μουγκριτό και πέφτει από την άλλη πλευρά από ένα μικρό γκρεμό με ένα γδούπο.
Το κοπάδι διασκορπίσθηκε, πέρασαν σιωπηλά σαν λοκατζήδες ανάμεσα από τα άλλα καρτέρια και εξαφανίστηκαν.
Μετά πήγαμε για να δούμε τον κάπρο. Βρήκαμε μία λίμνη αίματος αλλά ο κάπρος είχε φύγει, ακολουθήσαμε τα ίχνη του αίματος με τα σκυλιά, φθάσαμε 2 χιλιόμετρα βαθιά μέσα στο φαράγγι της Κουκουβίστας, στις πηγές του Βοιωτικού Κηφισού σε ένα πυκνό δάσος από ντούσκα. Δεν μπορέσαμε να περάσουμε το ορμητικό ποτάμι, η θεά Άρτεμις είχε πάρει μαζί της τον κάπρο πέρα από το ποτάμι μέσα στο καταφύγιο προς μεγάλη μας λύπη.
Στην άλλη εξόρμηση κτυπήσαμε ένα αγριόχοιρο γύρω στα 40 κιλά, το οποίο φέραμε και στο Μαρτίνο.
Στην περιοχή μας όμως τα αγριογούρουνα είχαν εξαφανισθεί από το 1930 (ίσως το χιόνι του 1929 που σκέπασε και τις στέγες των σπιτιών να ήταν η αιτία). Εμφανίσθηκαν το 2000 με την ίδρυση ενός καταφυγίου πίσω και δυτικά της Τραγάνας μέχρι Κοζάκα, Λάκα Χαλκά, Βλαχογιώργο.
Τα αγριογούρουνα που είχαν ρίξει μέσα στο καταφύγιο αυξήθηκαν και επεκτάθηκαν στις γύρω περιοχές, τις νύχτες που βοσκούσαν καθώς είναι ζώα νυκτόβια, έφθαναν μέχρι την Τσούκα του Μαρτίνου και το πρωί γύριζαν στο καταφύγιο. Παρακολουθούσα την εξέλιξή τους.
Τα πρώτα χρόνια γέμιζαν με ίχνη από τις οπλές και σκαλίσματα όλη την περιοχή μα τα ίδια σκέτοι φαντομάδες, έκαναν επιδρομή την νύχτα και την ημέρα επέστρεφαν στο καταφύγιο. Σιγά σιγά με τα χρόνια ο πληθυσμός τους αυξήθηκε και δημιούργησαν φωλιές εκτός καταφυγίου.
Το έτος 2005 αντίκρυσα με τα μάτια μου από μακριά ένα κοπάδι, μια άγρια θεόρατη γουρούνα και από πίσω της έσερνε 8-9 γουρουνάκια γύρω στα 20 κιλά. Χάρηκα πολύ που είδα να εμφανίζονται πάλι οι αγριόχοιροι στα μέρη μας που είχαν εξαφανισθεί από το 1930 και ζήτησα να απαγορευθεί το κυνήγι για 2 χρόνια τουλάχιστον, καθώς ξένες πολυπληθείς ομάδες συνέρεαν στην περιοχή μας και φοβόμουν μην τα εξοντώσουν.
Οι αρχαίοι Έλληνες δεν κτυπούσαν θήραμα που κάθονταν ακίνητο και αντιμετώπιζαν το θήραμα με ίσους όρους γιατί τότε ήταν άθλημα έλεγαν.
Σήμερα οι πολυπληθείς ομάδες με τα σύγχρονα όπλα που κυκλώνουν μεγάλες εκτάσεις το κυνήγι δεν είναι άθλημα αλλά δολοφονία.
Γι' αυτό αποφάσισα να κυνηγήσω μόνος μου αυτόν τον θρύλο των ελληνικών βουνών και να του δώσω ίσους όρους αντιμετώπισης.
Κατά την κυνηγετική περίοδο του έτους 2007 και 3 χλμ. ΒΑ από το Λούτσι βρήκα ίχνη ενός μοναδικού αγριόχοιρου που η διάμετρος της οπλής του ξεπέρναγε τα 10 εκ. μετρώντας το με τα δάκτυλα της παλάμης και κατάλαβα ότι πρόκειται για πολύ μεγάλο αγριογούρουνο αρσενικό ή «Μονιά», όπως λέμε στην κυνηγετική γλώσσα ζώο επικίνδυνο. Τα αρσενικά όταν ενηλικιωθούν αποχωρίζονται από το κοπάδι και ζουν μόνα τους, κρύβονται πάρα πολύ και πολλές φορές γίνονται τεραστίων διαστάσεων και επιθετικά, έρχονται στο κοπάδι μόνο όταν ζευγαρώνουν και με ομηρικές μάχες μεταξύ τους.
Ακολούθησα τα ίχνη αυτού του γίγαντα δύο φορές και είδα ότι πέρναγε από ένα στενό πέρασμα μεταξύ δύο βράχων, εκεί θα έστηνα το καρτέρι μου και αν ήμουν τυχερός και περάσει ίσως τα κατάφερνα. Τις τελευταίες μέρες του κυνηγιού του 2007 καλά εξοπλισμένος με βαρύ οπλισμό (μονόβολα και δράμια) την έστησα στο συγκεκριμένο καρτέρι ενώ η σκυλίτσα μου η Άρτεμη χτένιζε την γύρω περιοχή έχοντας φρέσκους ντορούς.
Κάθισα ακίνητος με κομμένη την ανάσα πάνω από μισή ώρα στο καρτέρι, δεν άκουγα το κουδουνάκι της σκυλίτσας μου και έκανα το σφάλμα και μετακινήθηκα από το καρτέρι γύρω στα 30 μέτρα. Τότε άκουσα ένα γκρίνιασμα της σκυλίτσας, κατάλαβα ότι της είχε φύγει, ενώ ένας θόρυβος σαν να πέρναγε τρένο έσειε το έδαφος. Τρέχω πίσω στο καρτέρι μα για δευτερόλεπτα δεν πρόλαβα να το ντουφεκίσω. Είδα όμως το μέγεθός του, σωστός βίσωνας.
Από μια πλευρά στεναχωρήθηκα, από την άλλη θα ζούσε μέχρι την άλλη κυνηγετική περίοδο τουλάχιστον καθώς τελείωνε το κυνήγι και θα ήταν ο βασιλιάς της περιοχής ενώ δεν νομίζω να υπάρχει μεγαλύτερο ζώο στην περιοχή μας και δεν έχει ακουστεί να χτυπήθηκε μέχρι σήμερα.
17-9-2008. Η πρώτη μέρα κυνηγιού του αγριόχοιρου. Βρίσκομαι στις νότιες πλαγιές του Πλατανιά ή Ρέμα της Σωτήρας πέρα από το Ζαχιό, ενώ απέναντι είναι τα βουνά του Βλαχογιώργου. Εδώ υπάρχει μονοπάτι απ' όπου επιστρέφουν στο καταφύγιο όλα τα αγριογούρουνα της περιοχής.
Εκεί απέναντι από το μονοπάτι σε ένα υπερυψωμένο μικρό λόφο (οχυρά θέση), 20 μέτρα πάνω από την κοίτη του ρέματος έστησα το καρτέρι μου ενώ προηγουμένως είχα αφήσει την σκυλίτσα μου την Άρτεμη να ψάχνει καθώς είχε πολλούς ντορούς και σκαψίματα φρέσκα.
Ήταν 8:15 η ώρα, ακούω ένα γαύγισμα της σκύλας και ξαφνικά βλέπω απέναντι στην πλαγιά μια αρμάδα από αγριογούρουνα το ένα πίσω από το άλλο να τρέχουν να πιάσουν το μονοπάτι στην κοίτη του ρέματος κατρακυλώντας πέτρες και ό,τι έβρισκαν στο πέρασμα τους ενώ η πλαγιά έχει χαλίκια από σάρα.
Μπροστά πηγαίνει ένα μεγάλο αγριογούρουνο ακολουθεί ένα άλλο μεγάλο και πίσω τους γύρω στα 14 μικρά περίπου 30 κιλά το ένα.
Το πρώτο μου περνάει μέσα από τα κλαδιά με ταχύτητα και δεν προλαβαίνω να το ντουφεκίσω, την στήνω στο δεύτερο μεγάλο που απείχε 10μ. από το πρώτο, σημαδεύω καλά και του ρίχνω ένα μονόβολο στην αριστερή μπροστινή πλευρά.
Διαγράφει δύο τούμπες ενώ τα ουρλιαχτά του φθάνουν μέχρι τον ουρανό, σχηματίζεται αντίλαλος από τις ντουφεκιές και τα ουρλιαχτά του χτυπημένου ζώου που αντηχούν στην ρεματιά και στα απέναντι βουνά του Βλαχογιώργου, καθώς κατρακυλάει, του ρίχνω και δεύτερο μονόβολο που όπως διαπίστωσα μετά το είχα χτυπήσει στους πισινούς γοφούς. Μέσα σε αυτόν τον πανικό το κοπάδι σκόρπισε αλλά τα ουρλιαχτά του κτυπημένου ζώου συγκέντρωσαν πάλι το κοπάδι γύρω του μέσα στο βάθος της ρεματιάς.
Άκουγα να σείονται οι θάμνοι αλλά δεν έβλεπα τίποτα, λόγω της πυκνής θαμνώδους βλάστησης στην κοίτη του ρέματος (κουμαριές και πουρνάρια).
Ξαφνικά ενώ προσπαθούσα να γεμίσω την καραμπίνα και είχα μία μόνο σφαίρα βλέπω ακριβώς απέναντί μου τον άλλο μεγάλο αγριόχοιρο που οδηγούσε το κοπάδι να έχει σηκώσει τις τρίχες της ράχης του και να έχει τεντώσει μπροστά τα αυτιά του έτοιμο για επίθεση Με είχε εντοπίσει αλλά για να φθάσει στο καρτέρι μου έπρεπε να διανύσει 20 μέτρα κατακόρυφης σχεδόν διαδρομής, θα μπορούσα με το ένα και μόνο μονόβολο που είχα να το σκοτώσω και αυτό, αλλά σκέφτηκα ότι θα έμενε ακυβέρνητο το κοπάδι με τα μικρά, θα σκορπούσε και θα αποδεκατιζόταν. Μου έφτανε για τρόπαιο το ένα αγριογούρουνο, ποτέ δεν ήμουν εξολοθρευτικός και ήμουν υπέρ της διαιώνισης των ειδών των άγριων ζώων.
Το βλέμμα μου ήταν καρφωμένο στον αγριόχοιρο που με κοίταζε ενώ ταυτόχρονα γέμιζα την καραμπίνα μου, με το τρίτο κλικ που έβαλα και την τρίτη σφαίρα που μας επιτρέπει ο νόμος, έβγαλε ένα μουγκριτό λες και έδωσε το σύνθημα της αποχώρησης, κάνει στροφή απότομα και εξαφανίζεται μέσα στο δάσος της ρεματιάς ενώ ακολουθεί όλο το κοπάδι και εκείνο το οδηγεί προς το καταφύγιο.
Κατεβαίνω από το καρτέρι μου, με γεμάτη την καραμπίνα και προτεταμένη για κάθε ενδεχόμενο, τα γαυγίσματα της σκυλίτσας μου της Άρτεμη με οδηγούν στο σημείο που είναι το κτυπημένο ζώο.
Φθάνω σε απόσταση 15 μέτρων, βλέπω ένα αγριόχοιρο, περίπου 70 κιλά μέσα σε ένα νεροφάγωμα και μέσα σε μια χουμαριά είχε ανοίξει το στόμα του και προσπαθούσε να δαγκώσει την σκυλίτσα μου, είχε ένα τραύμα στην αριστερή πλευρά. Στο μέρος αυτό άλλο ζώο θα είχε μείνει επί τόπου, ενώ αυτό ήταν ζωντανό. Με ένα μονόβολο έδωσα τέλος για να μην βασανίζεται το ζώο αλλά και για να μην δαγκώσει την σκυλίτσα μου.
Αυτή ήταν η περιπέτεια στα βουνά πέρα από την Τσούκα του Μαρτίνου.
Η θεά Άρτεμις με είχε ανταμείψει για τις τόσες φορές που γύριζα άδειος, αρκούμενος να τα βλέπω από μακριά ή να ακολουθώ τα ίχνη τους στα πυκνά δάση, στα μονοπάτια, σε ρεματιές και λαγκάδια πέρα από την Τσούκα του Μαρτίνου, Ζαχιό, Χαλκό, Βλαχογιώργο.
Νίκος Α. Μπάτσος