Σάββατο, 23 11 2024

Μια γενιά χωρίς δουλειά και ελπίδα, με ανασφάλεια και άγχος

 

Το μέλλον κάθε κοινωνίας είναι η γενιά που έρχεται. Μια γενιά μπορεί να απογειώσει μια χώρα ή να την βυθίσει στην παρακμή. Η μεταπολεμική γενιά αντιμετώπισε δύσκολες συγκυρίες. Οι νέοι του ’50 ξεκίνησαν τη ζωή τους σε μια κατεστραμμένη χώρα από την Κατοχή και τον Εμφύλιο, όπου η οικονομική ανέχεια ήταν κυρίαρχη. Χιλιάδες απ’ αυτούς βρήκαν διέξοδο στη μετανάστευση. Η οικονομική κατάσταση της χώρας βελτιώθηκε στη δεκαετία του ’60, οπότε και η Ελλάδα πέτυχε τον υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης στην Ευρώπη. Η γενιά του Πολυτεχνείου ένιωσε την καταπίεση της δικτατορίας και αγωνίστηκε για περισσότερα δικαιώματα και ελευθερίες.
Οι δυο αυτές γενιές ανέλαβαν τη διακυβέρνηση της χώρας στη μεταπολίτευση. Η πρώτη γενιά έχοντας σύνδρομα ανέχειας δημιούργησε ένα κράτος «πατερούλη», που αναλάμβανε τη συνέχιση λειτουργίας χρεοκοπημένων ιδιωτικών εταιρειών για να μην χάσουν τη δουλειά τους οι εργαζόμενοι και επιδοτούσε κάθε ιδιωτική επενδυτική πρωτοβουλία. Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκε στρέβλωση στην αξιοποίηση του εργατικού δυναμικού της χώρας, καθώς υπήρχαν εργαζόμενοι που παρήγαν προϊόντα στα οποία η χώρα δεν ήταν ανταγωνιστική και παράλληλα έμαθαν τους έλληνες επιχειρηματίες να είναι εξαρτώμενοι από το κράτος, χωρίς εξωστρέφεια και ανάληψη πραγματικού επιχειρηματικού ρίσκου. Με τον τρόπο αυτό ξεκίνησαν την υπερχρέωση της χώρας, καθώς στα 37 χρόνια της μεταπολίτευσης δεν υπάρχει ούτε ένας χρόνος που η Ελλάδα να μην είχε δημοσιονομικό έλλειμμα!
Η γενιά του Πολυτεχνείου έχοντας την αντίληψη ότι το κράτος είναι δυνάστης πέρασε επιτυχώς την αντίληψη ότι είναι αποδεκτό να μην καταβάλουμε φόρους στο κράτος διότι δεν μας παρέχει τις υπηρεσίες που θα έπρεπε. Οι Έλληνες στο όνομα των «δικαιωμάτων» τους ανακάλυψαν παραθυράκια φοροδιαφυγής και ο Έλληνας που πλήρωνε φόρους θεωρούνταν ανόητος. Το αποτέλεσμα ήταν μισθωτοί και συνταξιούχοι να καταβάλουν το μεγαλύτερο ποσοστό των φορολογικών εσόδων της χώρας. Αν η μεταπολεμική γενιά συνέβαλε στην αύξηση των δημοσίων δαπανών, τότε η γενιά της μεταπολίτευσης ήταν αυτή που συνέβαλε στη μείωση των φορολογικών εσόδων. Η κάθε γενιά λειτούργησε με βάση τα σύνδρομα της σε βάρος όχι μόνο της χώρας αλλά κυρίως σε βάρος της σημερινής γενιάς. Μιας γενιάς χωρίς δουλειά και ελπίδα, με ανασφάλεια και άγχος.
Η μεταπολεμική γενιά και η γενιά του Πολυτεχνείου εξασφάλισαν απευθείας υπεράριθμες προσλήψεις στο δημόσιο, σταθερές θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα επιδοτούμενες απευθείας από τον κρατικό προϋπολογισμό, υψηλές αμοιβές, αξιοπρεπείς συλλογικές συμβάσεις χωρίς αξιολόγηση αποδοτικότητας, πρόωρες και ικανοποιητικές συντάξεις. Όλα αυτά έγιναν σε βάρος του δημοσίου, το οποίο υπερχρεώθηκε, υπονομεύοντας με το τεράστιο δημόσιο χρέος τη νέα γενιά.
Η σημερινή γενιά διαθέτει περισσότερες γνώσεις και δεξιότητες από κάθε προηγούμενη. Έχει μεγαλώσει χωρίς να στερηθεί τίποτα και χωρίς να έχει αντιμετωπίσει ανέχεια και ανελευθερία. Έχει ζήσει καλά και είναι εντελώς απροετοίμαστη για τη σκληρή πραγματικότητα της ανεργίας, των ελαστικών σχέσεων απασχόλησης, της ετεροαπασχόλησης και της υπεραπασχόλησης. Μια γενιά χωρίς ελπίδα, με άγχος και ανασφάλεια, μπορεί να σταθεί αντάξια της πρόκλησης της εποχής μας;

Θανάσης Ζεκεντές
οικονομολόγος

 

Εφημερίδα

Χρησιμοποιούμε cookies για να βελτιώσουμε την εμπειρία σας στον ιστότοπό μας.Με την περιήγηση σε αυτόν τον ιστότοπο, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies.