-
Κατηγορία: Φύλλο 24
(ψηφίδα στην πινακοθήκη των αγωνιστών της Ρούμελης)
Του Πέτρου Σελέκου
«Του αντρειωμένου τ’ άρματα, δεν πρέπει να πουλιώνται,
αλλά να κρέμονται ψηλά, σ’ αραχνιασμένο πύργο,
να τρώει η σκουριά το σίδερο, κι η γης τον αντρειωμένο»
Αχολογούσαν κάποτε το μήνυμα της λευτεριάς στις λαγκαδιές και τα διάσελα της Ρούμελης. Αφουγκράστηκαν τα λόγια των μεγαλοκαπεταναίων της Λοκρίδας κι ολάκερης της Στερεάς. Ένωσαν την αντοχή τους σε δύσκολες στιγμές με την αντοχή του μαχητή. Ένιωσαν τη δύναμη της ψυχής και τους παλμούς της καρδιάς του όταν τα κρατούσε στα στιβαρά χέρια του και τα έκανε ν’ αστραποβροντούν και να σκορπάνε πανικό στα Τούρκικα ασκέρια.
Ο λόγος, για τ’ άρματα του οπλαρχηγού Γιωργάκη Παγώνα από την Τοπόλια (Κάστρο) της Βοιωτίας.
Απλά, λιτά, χωρίς περίτεχνες διακοσμήσεις και φλωροκαπνισμένους ωραιϊσμούς, μαρτυρούν άθελά τους, τους δύσκολους καιρούς που αποκτήθηκαν από τον οπλαρχηγό. Χρόνια σκοτεινά και φτωχά που «όλα τα ’σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά». Μοναδικός πλούτος η ελπίδα για λευτεριά που φώλιαζε στη ρωμαλέα καρδιά του καπετάνιου, όπου καθισμένος σε κάποιο πέτρινο πεζούλι στον αυλόγυρο του Μοναστηριού της Πελαγίας, ψηλά στο Πτώο, την οραματιζόταν συντροφιά με τα παλικάρια του να καταχτιέται με το σπαθί.
Στην προσπάθεια μου να καταγράψω τους αγωνιστές της μάχης του Μαρτίνου, που έγινε στις 29 Γενάρη 1829, έψαχνα πριν από κάμποσα χρόνια (1998) για την ανεύρεση στοιχείων. Έτσι, λοιπόν, το μονοπάτι της έρευνας με οδήγησε στο σπίτι της οικογένειας Παγώνα στο Κάστρο της Βοιωτίας.
«Στοιχεία γραπτά δεν έχουμε», είπαν, «πέθανε και ο παππούς μας που ήξερε πολλά. Έχουμε όμως τα όπλα…».
Θαύμα! Πως γλύτωσαν κι αυτά, αν κρίνω από τα λεγόμενά τους. Τα κράτησε με τα δόντια, ο παππούς, ο προγονολάτρης, αυτός ήξερε πολλά!
Με οδήγησαν μπροστά στην αρματωσιά. Ακόμα νιώθω τα χέρια μου μουδιασμένα από την ιερότητα εκείνης της στιγμής όταν έπιασα τα «Καριοφίλια» και την «Πάλα» του αγωνιστή. Χωρίς αναστολή το υπέρτατο χρέος με οδήγησε στην προσπάθεια καταγραφής των ιερών κειμηλίων του μεγάλου ξεσηκωμού. Τα ποτισμένα απ’ τη μπαρούτη μέταλλα, που η μυρωδιά της λες και τα συνοδεύει ως σήμερα, έπρεπε να κάνουν γνωστή την παρουσία τους στις νεώτερες γενιές προς τιμή του ήρωα αγωνιστή και της τοπικής ιστορίας.
Ο, τι απόμειναν από την αρματωσιά του Γιωργάκη Παγώνα μετριούνται στα δάκτυλα του ενός χεριού. Δυο ντουφέκια, μια σπάθα και μια παλάσκα. Εξετάζοντας τα ντουφέκια διακρίνουμε από τη μορφή τους, ότι πρόκειται για πυροβόλα όπλα των αρχών του 19ου αιώνα τύπου «Καριοφίλι». Η κυρτή σπάθα, πρόκειται για «πάλα» της εποχής του αγώνα. Η παλάσκα πιθανόν να είναι της Καποδιστριακής ή Οθωνικής περιόδου. Άγνωστο ωστόσο είναι το εργαστήρι της κατασκευής τους αφού κανένα στοιχείο δεν υπάρχει στην επιφάνεια των μετάλλων που να δηλώνει την προέλευσή τους. Ίσως εσκεμμένα ο τεχνίτης- κατασκευαστής να διατήρησε την ανωνυμία του.
Τα υλικά που έχουν χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή και διακόσμησή τους είναι ο χάλυβας, ο ορείχαλκος, ο χαλκός, το ξύλο, το κόκαλο και πολύ περιορισμένα το ασήμι. Παρά τον περιορισμό των πολύτιμων μετάλλων ο τεχνίτης φρόντισε να τους δώσει με τη μαστοριά του τη μεγαλοπρέπεια που τους άξιζε. Η θεματολογία της διακόσμησης είναι παρμένη από τον φυτικό κόσμο και την αρχαία παράδοση˙ δείγμα αισθητικής αλλά και τάση για αναβίωση του αρχαίου Ελληνικού πνεύματος, που ως φαίνεται είχε επηρεάσει κατά κύριο λόγο τον τεχνίτη, αλλά και τον Γιωργάκη Παγώνα, αφού πρόκειται για αντικείμενα της αρματωσιάς του.
Ας γνωρίσουμε όμως πιο αναλυτικά τα όπλα του επαναστάτη. Και πρώτα τα τουρκομάχα καριοφίλια, για τα οποία γίνεται ξεχωριστή περιγραφή σύμφωνα με τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους.
1. ΚΑΡΙΟΦΙΛΙ (με σχετικά πλούσια διακόσμηση)
α) ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Το ντουφέκι αποτελείται από το ξύλινο στέλεχος (κοντάκι - βάση στήριξης κάννης και μηχανισμού πυροδότησης) και από την κάννη. Η κάννη είναι χωνευτή στο ξύλινο στέλεχος σχεδόν σε όλο της το μήκος και επενδεδυμένη με λεπτό φύλλο χαλκού που φέρει ανάγλυφη φυτική διακόσμηση. Το κοντάκι είναι ξύλινο, περικλειόμενο από σιδερό προστατευτικό πλαίσιο και φέρει σκαλιστή διακόσμηση με διακοσμητικές ηλώσεις και ανθεμωτές ροζέτες στις δυο πλευρές του. Σύμφωνα με τις μετρήσεις τα τεχνικά χαρακτηριστικά του έχουν ως εξής:
β) ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Μήκος όπλου: 1,52 μ.
Μήκος κάννης: 1,19 μ.
Διάμετρος κάννης: 2 cm
Μήκος κοντακίου: 33 cm
Πλάτος κοντακίου: 10 cm
2. ΚΑΡΙΟΦΙΛΙ (με περιορισμένη διακόσμηση)
Το συγκεκριμένο ντουφέκι έχει υποστεί σημαντικές φθορές. Έχει απομείνει το σιδερό μέρος του ντουφεκιού και το μισό ξύλινο στέλεχος (λείπουν το κοντάκι και ο μηχανισμός της σκανδάλης). Ο γέρο-Παγώνας για να συμπληρώσει το όπλο έφτιαξε με τα χέρια του μια νέα κατασκευή και την πρόσθεσε στην παλιά. Η κάννη έχει στο πάνω μέρος εγχάρακτη διακόσμηση και φέρει ολόκληρο τον μηχανισμό πυροδότησης. Την κάννη στο ξύλινο στέλεχος τη συγκρατεί ασημένιος σύνδεσμος διακοσμημένος με φυτική παράσταση. Στο πάνω μέρος του συνδέσμου βρίσκεται εγχάρακτο σημείο σκόπευσης.
3. ΠΑΛΑ (σπάθα)
Η σπάθα, είναι μια λάμα ατσάλινη χωρίς το θηκάρι. Το μήκος της 0,90 μ. με βέλος κάμψης 10 cm. H χειρολαβή χωρίς φυλακτήρα έχει μήκος 12 cm και είναι επενδεδυμένη με κεράτινα προστατευτικά μανίκια. Η κατάληξη της λαβής είναι γυριστή προς τα κάτω.
4. ΠΑΛΑΣΚΑ (πυριτοθήκη)
Η παλάσκα, η οποία χρησίμευε για τα έτοιμα φυσέκια, είναι μια ορειχάλκινη θήκη διακοσμημένη με αρχαιοπρεπή θεματολογία που παραπέμπει στα χρόνια του Καποδίστρια. Στην κύρια όψη της έχει χαραγμένη τη μορφή της θεάς Αθηνάς, που στο ένα χέρι κρατά δόρυ και το άλλο χέρι ακουμπάει την κεφαλή ενός λέοντα. Δεξιά και αριστερά της αρχαίας θεάς υπάρχουν σημαίες με το έμβλημα του σταυρού στο μέσον, τα δε κοντάρια φέρουν λόγχη στην κορυφή τους. Η όλη παράσταση πλαισιώνεται από φυτά, άνθη και πουλιά. Στις πλαϊνές πλευρές υπάρχει φυτικός διάκοσμος, ενώ η επίστεψη του καπακιού κοσμείται από δράκοντες.
* * *
Ποιος ήταν όμως ο Γιωργάκης Παγώνας; Και ποια η συμβολή του στην υπόθεση της επανάστασης;
Δυστυχώς, στις μέρες μας, ελάχιστα στοιχεία διασώθηκαν που να μας πληροφορούν για τη δράση του επαναστάτη. Είναι βλέπετε προνόμιο των πολλών σε τούτον τον αιματοποτισμένο τόπο να μη θέλουν να μιλήσουν για τα περασμένα. Αυτό συνέβη και με τον Γιωργάκη Παγώνα. Γιατί άλλωστε αυτός να αποτελούσε εξαίρεση; Είναι βεβαίως και η καταστροφική μανία των ερχόμενων γενεών που εξαφανίζουν-καταστρέφουν ό,τι προέρχεται από τους παλαιότερους. Έτσι έγινε και με τους απογόνους του οπλαρχηγού. Εκατοντάδες έγγραφα και αντικείμενα πετάχτηκαν ή άλλαξαν χέρια χωρίς να τους δοθεί η πρέπουσα σημασία. Κάποια έγγραφα που γλύτωσαν από την καταστροφή, χάρις του παππού, γέρο-Λουκά Παγώνα, απόγονο του οπλαρχηγού, τα πήρε ο ιστορικός Αντώνιος Βασιλείου και τα έκανε βιβλίο. Λίγα λόγια έγραψε και ο Γεώργιος Τσεβάς. Από τα λιγοστά αυτά στοιχεία-ντοκουμέντα που έφεραν στο φως οι δυο αυτοί εραστές της έρευνας, μπορούμε να σκιαγραφήσουμε αδρά την προσωπικότητα του επαναστάτη.
Ο Γιωργάκης Παγώνας του οποίου το επώνυμο είναι άγνωστο αλλά αναφέρεται έτσι από το όνομα της μάνας του, καταγόταν από τα Βάγια της Βοιωτίας σύμφωνα με μαρτυρία των απογόνων του. Μυημένος από την αρχή στην υπόθεση της επανάστασης, θα πάρει μέρος από τις πρώτες μέρες στον αγώνα και θα διαδραματίσει σπουδαίο ρόλο στα πολεμικά γεγονότα. Ήταν από τους πρώτους στην επαρχία της Θήβας που «άνοιξε ντουφέκι» με τους Τούρκους. Συγκεκριμένα, στα τέλη Μαρτίου 1821 όταν με απόφαση των Φιλικών της Θήβας αποφασίστηκε εξέγερση σ’ όλη την επαρχία, συγκεντρώθηκαν στις Θεσπιές και στα Βάγια τα πρώτα επαναστατικά σώματα. Ο Γιωργάκης Παγώνας με τους συντρόφους του ήταν ανάμεσα στους επαναστάτες. Μόλις τα πληροφορήθηκαν αυτά οι Τούρκοι φοβήθηκαν και άρχισαν να παίρνουν αμυντικά μέτρα συλλαμβάνοντας μάλιστα τον επίσκοπο Θηβών Παϊσιο και τους προεστούς της πόλης. Επειδή όμως η κατάσταση άρχισε να ξεφεύγει από τον έλεγχο, ο βοεβόδας αποφάσισε να πάει ο ίδιος για να συναντήσει τους επαναστάτες και διάταξε τον Ασάνμπεη να τον συνοδέψει με 60 ιππείς. Ο Γ. Τσεβάς γράφει: «Σαν βρέθηκαν λοιπόν κοντά στο Καναβάρι (ποτάμι Δυτικά των Θηβών), είδαν τον Γεώργιο Παγώνα να πηγαίνει προς τα Τοπόλια. Όταν τον καταδίωξαν οι ιππείς, εκείνος κατέφυγε με τους λίγους συντρόφους του σ’ ένα κοντινό ύψωμα, όπου υπάρχει το εκκλησάκι του αγίου Νικολάου. Οι Τούρκοι πήγαν να του επιτεθούν, αλλά εκεί βρισκόταν οχυρωμένος με τους 20 άντρες του και ο Μπακούρος, ένας Θηβαίος παλικαράς. Ο βοεβόδας τους κάλεσε να παραδοθούν, αλλά του απάντησαν με πυροβολισμούς. Οι Τούρκοι προσπάθησαν τότε να κυριέψουν με έφοδο το εκκλησάκι, όμως στην επίθεση αυτή έπεσε ο αρχηγός των ιππέων Ασάνμπεης και τραυματίστηκε ελαφριά ο βοεβόδας, ο οποίος θεώρησε επικίνδυνο να συνεχίσει την προσπάθειά του και επέστρεψε στη Θήβα. Μετά από αυτό, ο Παγώνας πήγε στην Καρδίτσα (Ακραίφνιο) και ο Μπακούρος στα Βάγια, όπου μετέδωσε το θάρρος και τον ενθουσιασμό του στους επαναστάτες».
Ο πρωταγωνιστικός ρόλος του Γιωργάκη Παγώνα στην επανάσταση αποδεικνύεται και από το περιεχόμενο μιας επιστολής που του έστειλε ο Αρχηγός του, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, στις 20 Ιουλίου 1821. Η οποία λέει: «Αγαπητέ μου κατά πολλά Γιωργάκη Παγώνα σε ακριβοχαιρετώ και σου φιλώ τα μάτια, και με το αγαπητόν μου γράμμα σου φανερώνω ότι επειδή και δεν άδειασα δια να έλθω ο ίδιος από αυτού να σώσω ηξαίρης τα πράγματα, εξ αιτίας του πολέμου οπού καθημερινώς κάνω με τους εχθρούς, …ευθύς να συνάξης όσους ανθρώπους ημπορέσης και να πηγαίνης ως αυτού να τεθούν αυτού που διορίζω…». Έκτοτε, θα πάρει μέρος σε πολλές μάχες. Λημέρι του θα είναι το Μοναστήρι της Πελαγίας.
Στις 4 Απριλίου 1824 διορίζεται από τον Αρχιστράτηγο Οδυσσέα Ανδρούτσο καπετάνιος της Επαρχίας Θηβών, όπου θα παραμείνει μέχρι το τέλος του αγώνα. Συνδεόμενος με στενή φιλία με τον Αρχηγό της Ρούμελης, ο οποίος τον αποκαλεί «αδελφό» στις επιστολές που του στέλνει [Αδελφέ μου Γιωργάκη της Παγώνας σου φιλώ τα μάτια…], θα του συμπαρασταθεί στις δύσκολες στιγμές του και θα προσπαθήσει να τον βοηθήσει με κάθε μέσο στο μεγάλο κατατρεγμό που του έκαναν οι πολιτικοί κρατούντες της εποχής, και ιδιαιτέρως ο πανούργος Κωλέττης που πρωτοστάτησε στον αφανισμό του Οδυσσέα.
Η άφιξη του Καποδίστρια (12 Ιανουαρίου 1828) δημιούργησε ελπίδες και έδωσε νέα τροπή στα στρατιωτικά πράγματα της χώρας. Ο κυβερνήτης από την πρώτη στιγμή έστρεψε την προσοχή του στην οργάνωση του στρατού. Έτσι, λοιπόν, εξέδωσε διάταγμα με το οποίο τα «άτακτα» στρατεύματα μετασχηματίζονταν σε 8 Χιλιαρχίες, δυνάμεως 1.200 ανδρών, με σκοπό τη συγκρότηση ενιαίου εθνικού στρατού για την αντιμετώπιση της επείγουσας κατάστασης στη Στερεά, η οποία βρισκόταν κάτω από τον έλεγχο των Τούρκων.
Με τη συγκρότηση των Χιλιαρχιών ο Γιωργάκης Παγώνας ως πρώην οπλαρχηγός ονομάστηκε «εκατόνταρχος» και εντάχθηκε στην 6η Χιλιαρχία με Αρχηγό τον Βάσσο Μαυροβουνιώτη. Τότε, με απόφαση του Καποδίστρια ένα μέρος του οργανωμένου στρατεύματος εντάχθηκε κάτω από τις διαταγές του Δημήτριου Υψηλάντη με σκοπό την εκκαθάριση της Ανατολικής Στερεάς από τους Τούρκους. Ανάμεσα στις περιοχές που έπρεπε να καταληφθούν από τα ελληνικά στρατεύματα πρώτη από όλες ήταν η Βοιωτία, διότι κινδύνευε μαζί με την Αττική και την Αθήνα να μείνει έξω από τα σύνορα της ελευθερωμένης Ελλάδας. Η Χιλιαρχία του Βάσσου αποτέλεσε τμήμα αυτής της στρατιάς γι’ αυτό και βρέθηκε στο επίκεντρο των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων της περιοχής.
Στις 29 Ιανουαρίου 1829 στη μάχη του Μαρτίνου, ο Γιωργάκης Παγώνας ως «εκατόνταρχος» της 6ης Χιλιαρχίας πολέμησε με γενναιότητα τους Τούρκους του Μαχμούτ πασά, οι οποίοι θέλησαν να καταλάβουν την οχυρή θέση του χωριού με σκοπό να διατηρήσουν την συγκοινωνία ανάμεσα στη Θεσσαλία και την Αττική.
Για την «ανδρεία και τη φρόνησή του» στη μάχη θα επαινεθεί από τον ίδιο τον Βάσσο Μαυροβουνιώτη, όπως αναφέρει και η επίσημη έκθεση της εποχής (ΓΕΝΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ/16.2.1829).
Μετά την επανάσταση θα εγκατασταθεί μόνιμα στο χωριό Τοπόλια (Κάστρο Βοιωτίας) και θα προσπαθήσει να οργανώσει τη ζωή του μέσα σε μια δύσκολη και ταραγμένη περίοδο, όπου «τα πάντα είχαν υποστεί την επίδραση του πυρός και του σιδήρου».
Στα χρόνια του Όθωνα συγκροτήθηκε (1835) το στρατιωτικό σώμα της «Βασιλικής Φάλαγγας», τιμής ένεκεν, «εξ Αξιωματικών και διατελεσάντων Αρχηγών κατά τον υπέρ της ελληνικής ανεξαρτησίας αγώνα». Με αφορμή αυτό το γεγονός, με Βασιλικό Διάταγμα στις 20 Μαϊου 1838 απονεμήθηκε τιμητικά στον Γιωργάκη Παγώνα ο βαθμός του Λοχαγού της «Φάλαγγας», ως δείγμα ευγνωμοσύνης της Πατρίδας για τον υπέρ της ανεξαρτησίας αγώνα του. Έκτοτε, δεν γνωρίζουμε τίποτα για τη συνέχεια της ζωής του. Το πιο πιθανό είναι να αποτραβήχτηκε από τα δημόσια πράγματα, όπως έκαναν πολλοί αγνοί αγωνιστές, και δε θέλησε να μιλήσει για τη δράση του σε κανέναν «καλαμαρά». Ζωντανή ανάμνηση απ’ αυτή την ένδοξη εποχή παραμένει μονάχα η αρματωσιά του, για να θυμίζει έστω, σαν παραμύθι, τ’ όνομά του.
Ας είναι κι έτσι.
Σημείωση: Η καταγραφή και φωτογράφηση της αρματωσιάς έγινε το καλοκαίρι του 1998 με τη συγκατάθεση της οικογένειας Παγώνα. Για τη συμβολή τους στην έρευνα της τοπικής ιστορίας τούς ευχαριστώ θερμά.
Το 1999 δημοσιεύτηκε το άρθρο: «Η αρματωσιά του οπλαρχηγού Γιωργάκη Παγώνα» στη Μηνιαία Επιθεώρηση “ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΣ” τ. 361. Το νέο μας άρθρο δημοσιεύεται με άλλη μορφή και περιέχει περισσότερα ιστορικά στοιχεία. Σε ό,τι αφορά την αρματωσιά δε γνωρίζω τι απόγινε μετά από 13 χρόνια.
Βιβλιογραφία
1) Αντώνιου Α. Βασιλείου: «Δέκα ανέκδοτες επιστολές του Οδ. Ανδρούτσου προς τον Γ. Παγώνα».
2) Γεωργίου Τσεβά: «Ιστορία των Θηβών».
3) Τριαντάφυλλου Παπαναγιώτου: «Λοκρικό Εικοσιένα-Η μάχη του Μαρτίνου και η σημασία της.
Βάσσος Μαυροβουνιώτης», εκδ. Δήμου Οπουντίων, Αθήνα 2000.
4) Ε. Στασινόπουλου: «Ο ελληνικός στρατός της πρώτης εκατονταετίας», Ελεύθερη Σκέψη 1993.