Γράφει ο Παν. Γεωρ. Δημάκης
Υπεύθυνος Ιστορικού Αρχείου Δήμου Αμφικλείας-Ελατείας
Δοκίμιον προς διόρθωσιν
Ο αδόκητος θάνατος, η δολοφονία* του Οδυσσέως Ανδρούτσου τη νύκτα της 5ης προς 6ης Ιουνίου 1825 από ομάδα συμπατριωτών και συναγωνιστών του, που υπέκυψαν στα δολώματα της αδίστακτης ομάδας πολιτικών, κοτζαμπάσηδων και άλλων1 συνετάρ
αξε την μικρή πόλη των Αθηνών, που τον είχε τιμήσει ως Διοικητή αλλά και ως δίκαιο και προοδευτικό φρούραρχο, που έφερε στην πολύπαθη πόλη, ασφάλεια, δύο σχολεία, τ
υπογραφείο,Μουσείο Αρχαιοτήτων² κ.α. Αλλά ο Οδυσσέας, ο γυιός του Ανδρέα
Βερούση, εγγονός του Θανάση Βερούση, από τις Λιβανάτες, που τον είπαν Ανδρούτσο (Ανδρειωμένο) ο Φιλικός που μιλούσε ελληνικά, ιταλικά και αρβανίτικα, ο ηγέτης** και προστάτης των φτωχών, που σε μια στιγμή μοναδική ευτύχισε, να οδηγηθεί από το μυστηριώδες ρευστό που μεταφέρει τις αξίες χιλιετιών στο ελληνικό αίμα, να γίνει ο ιστορικός χορευτής του θανάτου, στο Χάνι της Γραβιάς, δίνοντας σκληρή απάντηση στους τούρκους για την τύχη που επεφύλαξαν στον υπαρχηγό του Αθανάση Διάκο στο Ζητούνι. Ο ίδιος ο Διάκος είχε ζητήσει χάρη από τους τούρκους, επτά ημερών ζωής «όσο να φτάσει ο Οδυσσεύς και ο Θανάσης Βάγιας» αλλά οι θηριώδεις τούρκοι του Ζητουνίου απέρριψαν το αίτημά του. Ο Διάκος τους απάντησε «Σκυλλιά κι αν με σουβλίσετε ένας Γραικός εχάθη. Ας είναι καλά ο Οδυσσεύς και ο καπετάν Νικήτας». Το αλάθητο έμφυτο επιλεκτικό, κριτήριο των Ελλήνων, ουδέποτε καθήρεσε τον Οδυσσέα, με το ομηρικό όνομα, που σημάδεψε την διαδρομή του, από την θέση του φυσικού ηγέτη, του αρχηγέτη, παρά τις λυσσώδεις προσπάθειες και τον τυχοδιωκτισμό των αντιπάλων του, που έβλεπαν πίσω του να συντάσσονται, οι κολλήγοι, οι παρακεντέδες και το πλήθος των αναξιοπαθούντων ελλήνων που περίμεναν καλύτερες μέρες.
Όμως ο θάνατος του Αρχηγού, κινητοποίησεν ένα πλήθος από θησαυροθήρες, από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα περί αμυθήτων θησαυρών, που ήσαν θαμμένοι, σε πιθανά και απίθανα σημεία όπως αρέσκονται μυθολογούντες οι Έλληνες, να υποθέτουν, να υποδεικνύουν και να αναζητούν. Τα σπέρματα των φημολογιών δεν ήσαν αβάσιμα εντελώς ευρίσκονται δε στην περίφημη οδηγία του Αλή-Πασά προς τους προκρίτους (Κονσόλους) Λεβαδείας, όπου τους καλεί να προικοδοτήσουν τον γάμο του Οδυσσέως, με την κόρη του εκ Καλαρρύτων, Χ. Καρέλη, Ελένης, γράφοντας «Νυμφεύω τον Οδυσσέα μου και παραγγέλλω τους πάντες να βοηθήσουν αυτόν χρηματικώς…».
Το τι ακριβώς, απέφερε η οδηγία αυτή είναι άγνωστον, η επανάληψη όμως από τον γαμπρό του Οδυσσέα Τρελλώνη, συζύγου της αδελφής του Ταρσίτζας, περί θαμμένου θησαυρού³ συντηρούσε το θέμα, για το οποίον επίσης και ο Μακρυγιάννης γράφει «…στο δρόμο πήρε ο Δυσσέας εμένα και τον Τρακοκομνά και πήγαμε νύχτα κι έβγαλε ένα τενεκέ γιομάτο φλουρί, διακόσιες τριάντα πέντε χιλιάδες γρόσια, και πλέρωσε τους ανθρώπους κι όσα έμειναν ταχωσε πίσου…» Μακρυγιάννης Β76. Όμως αξιοσημείωτον είναι ότι το έτος 1829 η Ελένη Ανδρούτσου, διαμένουσα στην Κούλουρη υπό αθλίας συνθήκας ασκεί ένδικα μέσα κατά του Γιώργη Λιβαναταίου για μεταξύ των «χρηματικής» διαφοράς και δια μόνου του «ψιλού της λόγου» ο Λιβαναταίος φυλακίζεται επί 17 ημέρες. Κατά το βιβλίον πρακτικών της 8ης Μαρτίου 1829 του Ειρηνοδικείου Σαλαμίνος «Ο Λιβαναταίος εύρε κεχωσμένα εις την γην χρήματα» (Π. Φουρίκης Ανδρούτσαινα σελ 474). Σαφέστερη η αναφορά του Τ. Λάππα (Ο Ανδρούτσος) στην υπόθεση αυτή «…Ο Γιωργάκης Κακλαμάνος από τις Λιβανάτες, βρήκε σκάβοντας σε κάποια μεριά της Μπουντουνίτσας ένα αγγείο με 30.000 γρόσσια…». Πολλοί πίστεψαν ότι ήταν μέρος των κρυμμένων θησαυρών του Οδυσσέα. Ο Κακλαμάνος για να αποφύγει τις δικαστικές περιπέτειες και για να μην προβάλλει η χήρα αξιώσει για όλο το εύρημα, της έστειλε 12.500 γρόσσια.
Εκείνη δεν τα απεδέχθη και τον ενήγαγε στο Ειρηνοδικείο Σαλαμίνος (Π. Φουρίκης Ανδρούτσαινα) η συνέχεια δεν είναι γνωστή. Οι θησαυροί δεν ευρέθησαν και δεν απεδείχθησαν, η δε χήρα του Ελένη, παρέμεινε παραγκωνισμένη και λοιμώττουσα, επί πολλά χρόνια. Τον μονάκριβο γυιό της, Λεωνίδα, γεννηθέντα στο Εν Βελίτση σπήλαιον, και βαπτισθέντα εκεί από τον γηραιό πολέμαρχο Πανουργιά, ανέλαβεν ο φιλέλληνας Βασιλιάς της Βαυαρίας Λουδοβίκος, στο Μόναχο, όπου απέθανε μετά διετίαν από λοιμώδες νόσημα και ετάφη στο εκεί κοιμητήριο.
Ο Οδυσσεύς εγκατέλειπε τρία κειμήλια, το τιμημένο όνομά του, το μονάκριβο παιδί του και την σύζυγό του. Πλέον τούτων και το όραμά του που δεν υλοποιήθηκε. Όταν το 1824 κυκλοφορεί η είδησις ότι επέμπετο το πολυπόθητον Δάνειον, εκ Λονδίνου, οι δε διαχειρισταί να είναι ο Βύρων, ο Στάνχωπ, ο Γκόρντον και η πρόταση να ενοποιηθεί η Διοίκηση Δυτικής και Ανατολικής Ελλάδος, που είχαν συζητήσει ο Οδυσσεύς με τον Τρελλώνη και τον Στάνχωπ, ένα συνέδριο συνελληνων, όπου θα εξελέγετο και η νόμιμη αρχή με έδρα τα Σάλωνα, υπό την επίβλεψιν του Βύρωνος και των Οπλαρχηγών, δια τον καταλληλότερον τρόπον διεξαγωγής του αγώνος. Δυστυχώς ο επισυμβάς θάνατος του Βύρωνος, ανέστειλε και ματαίωσεν αυτήν την δυνατότητα. Πέραν τούτου ο ίδιος ο Οδυσσεύς καταγράφει την δεινή θέση, που είχε περιέλθει από την απηνή καταδίωξη, των αντιπάλων του πολιτικών και άλλων, στην επιστολή του από το στρατηγείο του τη Βελίτσα στον συν/ρχη L.STANHOPE (Ε. Τρελλώνη Αναμνήσεις).
1. Εν ΒΟΛΙΤΣΗ (Βελίτση) τη 1 Σεπτεμβρίου 1824
Προς τον Συνταγματάρχην ΣΤΑΝΩΠ Εις ΛΟΝΔΙΝΟΝ
Κύριε! Αφ’ ότου εχωρίσθημεν εις την Άμφισσαν δεν ηξιώθην επιστολής σας, μολονότι συχνάκις σας ανέφερα τα παράπονά μου, και των άλλων καπετανέων, οι οποίοι δια παρομοίας αιτίας ευρίσκονται εδώ εις Βολίτσαν. Συνήλθομεν δια να εμποδίσωμεν την αρπαγήν των δικαιωμάτων του λαού. Οι κυβερνηταί μας αφού έγειναν κύριοι του δανείου, δεν συλλογίζονται άλλο παρά να δολοφονήσουν όλους εκείνους οι οποίοι ομιλούν δια τα δικαιώματα του ταλαιπώρου λαού της Ελλάδος, δια να απαλλαχθούν εις το εξής από όλους όσους φοβούνται, ίνα τυραννώσιν έπειτα με πλήρη ελευθερίαν. Σας αναφέρω δε τούτο, διότι τρεις φοράς με επυροβόλησαν, την πρώτη φοράν εις Ναύπλιον. Καθ’ όλας αυτάς τας περιστάσεις συνέλαβον τους ενόχους και τους επαρουσίασα προσωπικώς εις την Κυβέρνησιν. Εις την πρώτην περίστασιν η Κυβέρνησις, είπεν, ότι θα δικασθούν την ερχόμενην ημέραν, αλλά την νύκτα οι δολοφόνοι απελύθησαν. Το πρωί, ενώ εκαθήμην εις το παράθυρόν μου και επερίμενα την δίκην εκ δευτέρου με επυροβόλησαν. Αμέσως έτρεξα και συνέλαβον τους κακούργους και τους επαρουσίασα πάλιν εις την Κυβέρνησιν. Με απεκρίθησαν δε, ότι την επιούσαν θέλουν δικασθή. Επερίμενα, αλλά την επομένην είδον αιφνιδίως τους αυτούς να με πυροβολήσωσι δια τρίτην φοράν. Πάλιν τους συνέλαβον και τους παρέδωκα εκ νέου εις χείρας της τότε ανεχώρησα δια τον στρατόν. Μόλις δε είχον αναχωρήσει και εις τον δρόμον λαμβάνω γράμμα από τον Σκώτον λοχαγόν Φινλαύν, ο οποίος με παρεκάλει να ταχύνω προς αυτόν, επειδή η ζωή μου και η ιδική του ευρίσκοντο εις κίνδυνον αφού δε ανταμώθημεν επληροφορήθην, ότι η Κυβέρνησις έστειλεν ένα άνθρωπον, ο οποίος του επρόσφερε δέκα χιλιάδας τάλληρα δια να παραδώση την οικίαν μου εις αυτόν τον απεσταλμένον. Ο λοχαγός Φίνλαυν όμως δεν συνήνεσε εις τοιαύτην αισχράν πράξιν και έδιωξεν απ’ εμπρός του τον απεσταλμένον, φοβερίσας αυτόν, ότι, αν ετόλμα να είπη εκ δευτέρου τοιούτον λόγον, ήθελε τον κτυπήσει. Εν τούτοις ο ουτιδανός εκείνος δεν έχασε καιρόν, αλλ’ ετοποθέτησε δύο ανθρώπους εις τον δρόμον με οδηγίας να δολοφονήσουν τον λοχαγόν Φίνλαυν, άμα ήθελον τον ιδεί. Επυροβόλησαν και τον επλήγωσαν αλλά καθώς είδε το πιστόλιον παρουσιαζόμενον, επιτηδείως το εκτύπησε με την χείρα και τοιουτοτρόπως δεν επληγώθη βαρέως και έσωσε την ζωήν του. Δι εμέ δε είκοσιν ή τριάκοντα άνθρωποι, πληρωμένοι από τους αισχρούς κυβερνήτας μας παραφυλάττουσι να εύρουν ευκαιρίαν να με δολοφονήσουν. Ο ταπεινότατος δούλος σας ΟΔΥΣΣΕΥΣ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ (Α) Σημ. Στάνωπ. «…ίσως τινές ήθελον νομίσει, ότι θα ήτο συμφερότερον και εις τον Οδυσσέα και εις εμέ, η μάλλον φρονιμότερον, να παραλείψω μέρη τινά της επιστολής ταύτης την πανούργον αυτήν διαγωγήν καταφρονώ. Εάν τα εκθετόμενα πράγματα υπό του μεγάλου τούτου Καπετάνου είναι αληθινά, τα αισθήματά του είναι φυσικά και τοιαύτα όποια δύναται τις να προσδοκά παρ’ ανθρώπου έχοντος την ανατροφήν εκείνου. Το άμεσον σφάλμα πρέπει να αποδοθεί εις την Ελληνικήν Κυβέρνησιν αλλά οι αρχηγοί είναι οι διαπραγματευθέντες το δάνειον, διότι δεν εζήτησαν να τεθώσιν όροι, των οποίων σκοπός έπρεπε να ήναι η διαλλαγή και η ανεξαρτησία. Άνευ ενώσεως, οι μέτοχοι του δανείου πρέπει να ήναι βέβαιοι, ότι ουδέποτε θέλουσι λάβει λεπτόν. Το ψεύδος και η πανουργία έχουσιν ολεθρίους συνεπείας, η απόκρυψις της αλήθειας είναι επιβλαβής και εις τους μετόχους και εις τους Έλληνας…». Η σημείωση αυτή του Στάνχωπ, είναι επίκαιρος και στην σημερινή ελληνική πραγματικότητα των Δανείων και των Μνημονίων.
2. Ο Βρεττανός φιλέλλην Στάνχωπ (1794-1862) ήρθε στην Ελλάδα ως εκπρόσωπος του Φιλελληνικού Κομιτάτου. Γνώρισε τον Οδυσσέα, στην Αθήνα τον Φεβρουάριο 1824 και γοητευμένος από την προσωπικότητα του γράφει στον Βύρωνα την 6η Μαρτίου 1824. «… έχει δυνατό μυαλό, καλή καρδιά και είναι γενναίος, υποστηρίζει σχηματισμό ισχυρής κυβερνήσεως όπως και τα συνταγματικά δικαιώματα… επιδιώκει να προωθήσει την εκπαίδευση και έχει ήδη ιδρύσει δύο σχολεία και μου επέτρεψε να εγκαταστήσω το τυπογραφείο μου…». L. StanhopeGreecein 1824 London 1825. Ο Οδυσσεύς ύστερα από υπόδειξη του συντ/χη Stanhop πρόσταξε να μεταβληθεί σε Μουσείο ένας αρχαίος ναός στην Αθήνα άγνωστον ποιος, με διευθυντή τον Ψύλλα και οι τούρκοι αιχμάλωτοι χρησιμοποιήθηκαν για να μαζέψουν τις σκόρπιες αρχαιότητες…» Πρωΐα 14/2/1932 Dejean (Βλαχογιάννης).
3. Εδ. Τρελλώνη Αναμνήσεις Βιβλ. Ιστ. Μελετών 112
«…Ο Οδυσσεύς είχε περίπου δέκα πέντε χιλιάδες λίρας εις διπλά της Αούστριας φλωρία… απήλθαμεν εις Θήβας και εκεί τα θάψαμε ομού. Εσκάψαμε το έδαφος, δηλαδή εκάμαμε μίαν οπήν εως τρείς πόδας βάθος και τα ενταφιάσαμεν εις τενεκέδες εξ εκείνων που μας έφερον εξ Ευρώπης την πυρίτιδα…». «… Εαν πάγω εις Θήβας δύναμαι να εύρω παρά τίνι τόπω ακαθάρτου και χρησιμεύοντος ως αναγκαίον τότε εν άλλο υπόγειον ή μάλλον τεχνητόν σπήλαιον γέμον αγαλμάτων και πολλών έργων καλλιτεχνίας, τα οποία μετά του Οδυσσέως συνηθροίσαμεν από πολλά της Βοιωτίας και του Παρνασσού μέρη και εκρύψαμεν εκεί ίνα αποφύγουν την γενικήν καταστροφήν. Δεν νομίζω ότι ανεκαλύφθησαν εισετι…».
Σημ. Ο ΤΡΕΛΛΩΝΗΣ. Πολλές φορές η παράθεση ενός ευθύμου σχολίου σε κείμενα ιστορικής ερεύνης, τα φαιδρύνουν, απαλύνουν, την αφόρητη αίσθηση μιας ιστορικής αφηγήσεως, γεμάτης από κάθε είδος κακές πράξεις, που βέβαια συμπληρώνονται κατά διαστήματα, από έξοχα παραδείγματα μεγαλείου ψυχής και προσφοράς. Οι Βελιτσιώτες δεν ελησμόνησαν, τον Ε. Τρελλώνη, γαμπρό του Οδυσσέως Ανδρούτσου και φύλακα του Σπηλαίου της Μαύρης Τρούπας. Απένειμαν κατά το σκωπτικόν τους έθος, το όνομα του Τρελλώνη, άγνωστον γιατί, σε έναν Βελιτσιώτη βοσκό, που περισσότερο έμοιαζε με τα μυθικά πλάσματα των δασών του Παρνασσού, όπου η λίμπιντο εύρισκε διέξοδο στην ένωση τους στα βαθειά σπήλαια, με τις νύμφες, τις αύρες και τις θυιάδες. Ο Τρελλώνης, ήταν γιδοβοσκός στις Αγκούτσες, στο φρύδι, ενός φοβερού γκρεμού του Παρνασσού. Εκεί καταγράφεται ένα ποιμενικό επεισόδιο αντάξιο των Θεοκρίτειων ειδυλλίων που διέσωσε ο ακάματος ερευνητής και συγγραφέας από την Βελίτσα ο Αγγ. Παπαδημητρίου στο ενδιαφέρον τομίδιο «Θρασύβουλε τ’ αλλάξαμε» όπου η άρτια δομημένη γραφή δέχεται μία αύρα Ροϊδειου ύφους.
* Σχετικά είναι τα γραφόμενα που χαρακτηρίζουν την δολοφονία από τον συνεργάτη του Βύρωνα, Ε. Τrelawny Αναμνήσεις «…Είναι νυν καιρός να εκθέσει τις εν πάση αληθεία τον σατανικόν τρόπον καθ’ ου βασανισθείς πέθανε. Πέραν των ουτιδανών πράξεων αυτή είναι η αισχίστη…». Ο Οδυσσεύς Ανδρούτσος εστραγγαλίσθη, από συμπολεμιστές και συμπατριώτες του, λαβών θάνατον ανάλογον του πατρός του, Ανδρέα Βερούση, ο οποίος παραδοθείς από τους Βενετούς στον Σουλτάνο, αφού εβασανίσθη οικτρά, εστραγγαλίσθη και ερρίφθη εις τον Βόσπορον.
** Φιλέλληνες περιηγητές, όπως ο Βρεττανός κληρικός GeorgeWaddington (1793-1869) που διέτρεξε την επαναστατημένη χώρα το 1823, 1824. Τον Οδυσσέα γνώρισε τον Φεβρουάριον του 1884 και τον περιγράφει «..δια τον σημερινό Διοικητή των Αθηνών θα πω μόνον πως αν και ουσιαστικά κατέχει όλη την εξουσία στρατιωτική, πολιτική, νομοθετική και εκτελεστική δε φαίνεται να κάνει κατάχρηση της … ενώ υπάρχει εξαίρετη αστυνομία για την ασφάλεια των κατοίκων (G. WaddingtonAvisittoGreecein 1823-1824 London 1825 σελ. 77. Επίσης έχουν καταγραφεί κρίσεις εγκωμιαστικές για τον Οδυσσέα από τον H. W. Humphreys Α. pictureofGreece. London 1825. ΚαιοΓάλλοςΜ. Raybaux “Memoires sir la Greece. Paris 1825. Αναφέρεται με θετικά και αρνητικά σχόλια, στον Αρχιστράτηγο. Ο G. Emerson, ανταποκριτής των Times στο Λονδίνο γνώρισε τον Οδυσσέα το 1823 και εξαίρει την δημοτικότητά του ανάμεσα στους στρατιωτικούς, αλλά, κατά την διαχρονικά δίβουλη στάση, των Βρεττανών, τον κατηγορεί για διαφαινόμενο ηγεμονισμό. ΕπίσηςοDavidCrane, LordByron’sJackal, thelifeofE.J. TrelawnyLondon 1998. Για τον Οδυσσέα «…ήταν ένας άνδρας εξαιρετικός ευγενικός στις κοινωνικές του σχέσεις και την ιδιωτική του ζωή. Ήταν ενθουσιώδης αλλά και υπομονετικός, ριψοκινδύνευε επιχειρήσεις που φαίνονταν αδύνατο να επιτύχουν (σημ. πχ. Χάνι Γραβιάς) και τις ετελείωνε πριν καταλαγιάσει ο θαυμασμός για την ανάληψή των…».
ΣΗΜ. 2
Η δωρεά του δακτυλιδιού στο Ιστ. Εθν. Μουσείον από τον Φιλ.Φίνο, στο διάστημα 1945-1950 μας υποχρεώνει να ιχνηλατήσουμε την γενεολογική σειρά των δωρητών, που συμπλέκεται με την επίσης ιστορική οικογένεια των Σκλαβούνων. Άγνωστον παραμένει παρά ταύτα πως το δακτυλίδι που χάρισε η καπετάνισσα Ελένη Ανδρούτσου, στον Κ. Παπαμιχαλόπουλο έφτασε στην οικογένεια Φίνου.