Γράφει ο Παναγιώτης Γ. Δημάκης
Σε κάθε σκοπούμενη εργασία, κυρίως συλλογής πληροφοριών παλαιοτέρων και συγχρόνων για την επαναφορά στη σημερινή πραγματικότητα και κριτική παρουσίαση, θεμάτων, όπως π.χ. των Θερμοπηγών και των ιαματικών υδάτων, απαραίτητο εργαλείο, είναι ο πλούτος της Ελληνικής γλώσσας, ιδιαίτερα σ’ όσους, καταγόμενοι, από αγροτικές περιφέρειες, φέρουν στο γλωσσικό τους απόθεμα, αρκετά πανάρχαια γλωσσικά στοιχεία, που ληθαργούν και επανέρχονται κατά περίπτωση.
Φωτο 1. Στις πηγές Νο4 σχηματοποιούνται καθαρότερα «οι Χύτροι», τα υπολείμματα υδραυλικών αμμοκονιαμάτων, ενώ τα γλαυκά ύδατα δίνουν εξαίσια και μοναδική αισθητική στο τοπίο.
Παρατίθεται ένα απόσπασμα κειμένου του Θ. Γαζή* όπου, μπορεί κανείς θαυμάζοντας τα αριστουργηματικά τυπογραφικά στοιχεία του εν Ενετία τυπογραφείου του Δημ. Θεοδοσίου (1792), να πλοηγηθεί δε μέσω αυτών, στην δημιουργική δύναμη, της διαχρονικής παρουσίας και αξίας, της μοναδικής ελληνικής γλώσσης, ακόμη και στα νεώτερα χρόνια, όπου κατά φύσιν βρίσκεται εν προσαρμογή και εξελίξει με την σύγχρονη εποχή. Όθεν θεωρήθη περιττόν να παρατεθεί και μετάφραση ή παράφραση του κειμένου του Θ. Γαζή, ίνα δοθεί, ευκαιρία σε κάθε φιλομαθή αναγνώστη, να έλθει σε επαφή με την θαυμαστή εκφορά και γραφή της γλώσσης των Ελλήνων στους χρόνους αυτούς.
* Θεόδωρος Γαζής εκ Θεσσαλονίκης 1400-1475. Λόγιος και ιερωμένος, επέδρασε εις την αναβίωσιν της Ελληνικής παιδείας, εις την Δύσιν, μετά του Βησσαρίωνος. Συνέγραψε την Ελληνική Γραμματική, στυλοβάτη κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας της Ελληνικής γλώσσης, με πολλαπλές εκδόσεις, η οποία κατά τους σκοτεινούς χρόνους, εχρησίμευσε δια την διδασκαλία των ελληνικών γραμμάτων. Επίσης μετέφρασε τον Αριστοτέλη, Θεόφραστο, κλπ. παραφράσας και την Ιλιάδα του Ομήρου, καθώς και εκ της λατινικής Κικέρωνα κ.α.
Η υπόγεια ηφαιστειακή δραστηριότητα στην Φθιώτιδα εκδηλούται όχι μόνο με σεισμούς, αλλά και από τα θερμά ύδατα, που αναδούνται από τα βάθη της γης, εμπλουτιζόμενα καθ’ οδόν, από θεραπευτικά ιχνοστοιχεία, χλωριούχα, νατριούχα, ανθρακικού και πυριτικού οξέος, θειούχα, υδροθείου κλπ. (Μελέτη του καθ. Α. Δαμβέργη* 1892-1896-1903) κ.α. Οι θεραπευτικές θερμοπηγές αρχίζουν από την Παλαιοβράχα, το Πλατύστομο, την Υπάτη και συνεχίζουν δεξιά στους πρόποδες του Καλλιδρόμου, στα Ψωρονέρια (Δαμάστα), Θερμοπύλες, Κονιαβίτη, Καμένα Βούρλα, σχηματίζοντας ένα σύνταγμα εκροών κυρίως από τις βραχώδεις απολήξεις, το οποίο φαίνεται να κατευθύνεται και ανατολικά στα Λουτρά Αιδηψού κλπ. Θερμοπηγές καλούνται τα διερχόμενα ύδατα δια των πετρωμάτων, αποκτούν δε διαλυτικήν δύναμιν και εμπλουτίζονται με διάφορες ουσίες, ήτοι άλατα ασβεστίου, σιδήρου, θειούχων ενώσεων. Η πίεση μάλιστα που ασκείται από τα έγκατα, λόγω των ηφαιστειακών δραστηριοτήτων είναι ικανή να αυξήσει την διαλυτικήν των δύναμιν ώστε να προστεθούν και αέρια, και όταν μειωθεί στην επιφάνεια, να εμφανίζονται με αναβρασμό, ατμοί και φυσαλίδες. Η γένεση της θερμοπηγής συνδέεται άρρηκτα με τα τεκτονικά ρήγματα και λόγω της πιέσεως διασπείρονται και αναβλύζουν σε πολλά σημεία, με υψηλές ή μέσες θερμοκρασίες τις περισσότερες φορές με την καλή χημική σύσταση της κατηγορίας υδροθειοχλωριούχων οξυπηγών. Από τα αρχαιότατα χρόνια τα θερμά θεραπευτικά λουτρά ήσαν αφιερωμένα στον Ηρακλή, επειδή ενδυνάμωναν το σώμα και ο Ηρακλής ήτο εκπρόσωπος της δύναμης. Τα παρά τις Θερμοπύλες λουτρά αναφέρονται στην αρχαία ελληνική γραμματεία από τον Ηρόδοτο (1), Στράβωνα (2), ενώ ο παλαιός σχολιαστής του Αριστοφάνη (3) (Νεφέλ. 1051) αναφέρει τον Ίβυκον να ομιλεί περί των εν Θερμοπύλαις πηγών, υποσημειώνοντας μάλιστα ότι είναι κατά δωρεάν του Ηφαίστου, αινιττόμενος την ηφαιστειακή λεγομένη δραστηριότητα των εγκάτων της γης. Επίσης ο Παυσανίας (4) εξαίρει τα γλαυκά ύδατα των γυναικείων χύτρων (5). (Βλ. φωτό 2)
Φωτό 2. Η πρώτη θεραπευτική Λίμνη Ψωρονερίων. Ο Παυσανίας γράφει «Γλαυκότατον μεν ουν οίδα ύδωρ…». Η διαύγεια των υδάτων συνδυάζεται με την φιλική προς το ανθρώπινο σώμα θερμοκρασία, το θεραπευτικό αποτέλεσμα ενισχύεται από τις φυσαλίδες που αναδούνται από τα χαλίκια του βυθού.
Φωτό 3A. Εδώ στην όχθη παρατηρούνται και ίχνη αργολιθοδομής, που εσυνηθίζετο στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, ενώ δύο λίθοι πώρινοι, παλαιάς κατασκευής, σε σχήμα ανεστραμμένου Π με τόρμους εκατέρωθεν, επικουρούμενοι από δύο σανίδες, καθορίζουν το ύψος των υδάτων, πρωτόγονα μεν, αλλά ευρηματικά.
Φωτο 3B. Η ευρηματική ρύθμιση της στάθμης των ιαματικών υδάτων με κινούμενη σανίδα που προσαρμόζεται σε δύο τόρμους, σε ασβεστόλιθους εργασμένους. (Παλαιάς κοπής)
Τα γλαυκά ύδατα των πηγών Ψωρονερίων
Οι Ρωμαίοι ανέδειξαν περισσότερο την λουτροθεραπεία δια των θερμών πηγών, μάλιστα ο Ηρώδης (6) ο Αττικός ανέλαβε υπό την προστασία του τα λουτρά του χώρου των Θερμοπυλών τον 2o μ.Χ. αιώνα και κατεσκεύασε δύο λουτήρες (δεξαμενές) εκ μαρμάρου, τον μεν δια χρήσιν των ανδρών, την δε δια χρήσιν των γυναικών. Η χρήση των λουτρών φαίνεται αδιάλειπτη κατά τις χιλιετίες, όπως μαρτυρούν διάσπαρτα λείψανα από οικοδομικά κατάλοιπα, μαρμάρινα σπόλια και αποτμήματα, παρά τας υπωρείας του Καλλιδρόμου όρους, αναφερόμενα και στο βιβλίον της Κουγκέστας (κατάκτησις των Λατίνων το 1304) από ανώνυμον χρονογράφον που περιγράφει την πορείαν του πρωτοστράτορα Νικολάου Γ΄ Σαιντ Ομερ από Σαλώνων εις Ν. Πάτρας.
Οι πληροφορίες κατά την μακρά περίοδο της Τουρκοκρατίας είναι ελλιπείς, εκτός των αρχών του 18ου αι. κ.ε. όταν οι ξένοι περιηγητές διέτρεξαν τον χώρο και σημείωσαν επιτροχάδην τις θερμοπηγές, όπως ο Leake, ο Pouqueville, ο γιατρός Holland*, που παραθέτει και ελάχιστες λεπτομέρειες, ο Landerer, ο Stephani (7), ο Bell, ο Pomardi κ.ά. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν λειτουργούσαν, απλώς οι συνθήκες της εποχής δεν ευνοούσαν θεραπευτικές μεθόδους και λούσεις “ή αναψυχή, κατά διαστήματα, όταν το ζητούμενο ήταν η ίδια η επιβίωση, όπως στις επιδρομές, στους πολέμους και άλλες αναστατώσεις που ερήμαζαν την ύπαιθρο και απεδίωκαν τους κατοίκους.
______________
* Α. Δαμβέργης (1857-1920). Καθηγητής Φαρμακευτικής εις το Παν. Αθηνών και της χημείας εις τις Σχολές Ευελπίδων και Δοκίμων. Ως Ιατροσύνεδρος συνέταξε αναλύσεις των ιαματικών πηγών της Ελλάδος.
* Η. Ηolland Ταξίδι στην Μακεδονία και στη Θεσσαλία 1812-1813. Εκδ. Τολίδη 1989. O γιατρός Η. Holland το 1812 διέτρεξε την Κεντρική Ελλάδα και κατέγραψε τις εντυπώσεις του στο πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του «Ταξίδι στη Μακεδονία και Θεσσαλία (1812-1813) ΕΚΔ. ΤΟΛΙΔΗ 1989. ενώ όμως είναι παραστατικότατος στην περιγραφή, προσωπικών του εντυπώσεων, από τις διαδρομές, διανυκτερεύσεις, μας στέρησε την καταγραφή των ιαματικών πηγών του Καλλιδρόμου, που ως ιατρός έπρεπε να επισύρουν την προσοχή του. Φαίνεται ότι η λάμψη και η υπεροχή της μεγάλης μάχης των Ελλήνων κατά των Περσών, όπου οι Έλληνες σταμάτησαν την στρατιά του Ξέρξη, διασώζοντας την σημερινή Ευρώπη και την ανθρωπότητα από την βαρβαρική κατοχή και το σκότος, τον παρέσυρε στην επαναφορά και επαναδιατύπωση των κειμένων Ηροδότου, του Πλουτάρχου, Διόδωρου κ.λ.π. για την Παγκόσμια Ιστορική Μάχη των Θερμοπυλών. Παρατίθενται σχετικά αποσπάσματα. «Οι θερμοπηγές αποτελούν ένα από τα πιο ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά της περιοχής, στις ίδιες θέσεις με τα ίδια ενδεχομένως φαινόμενα, όπως και τη μακρινή εποχή που ο Λεωνίδας πολέμησε στο Πέρασμα των Θερμοπυλών. Οι πηγές αυτές βρίσκονται σε τέσσερα ή πέντε διαφορετικά σημεία στη βάση των βράχων και, λόγω της θέσης τους αλλά και για τη γενικότερη εμφάνιση του περάσματος, είναι εύκολο να εντοπισθούν άλλες θέσεις που είναι σημαντικές στην ιστορία του τόπου. Η μικρή πεδιάδα της Ανθήλης, μπροστά από τις πηγές και ανάμεσα σε δύο στενέματα του περάσματος, είναι ακόμη ένα εμφανές χαρακτηριστικό, όπως και η κορυφή, που ήδη είπαμε πως βρίσκεται κοντά στην Ανθήλη και στην οποία γίνονταν οι συνεδριάσεις των Αμφικτυόνων, πολύ πριν μεταφερθούν στους Δελφούς. Σε μικρή απόσταση από αυτό το σημείο παρατηρήσαμε τα θρυμματισμένα ερείπια ενός τείχους, που διασχίζει το βάλτο κοντά στη βάση του βράχου - ένα ενδιαφέρον χαρακτηριστικό, εφόσον τα απομεινάρια αυτά υποδηλώνουν τη θέση του τείχους, που αρχικά έχτισαν οι Φωκείς, για να αμυνθούν στις επιδρομές των θεσσαλών, στη συνέχεια επισκευάσθηκε από τους Έλληνες την εποχή της Περσικής εισβολής, αργότερα ανακαινίσθηκε και ενισχύθηκε από τον Αντίοχο, όταν αυτός αμυνόταν στο Πέρασμα κατά των Ρωμαίων, και τελικά επισκευάστηκε από τον Ιουστινιανό, όταν ο μονάρχης αυτός ενίσχυε την ασφάλεια της κλονιζόμενης αυτοκρατορίας με φρούρια και τείχη. Το σημείο αυτό είναι το σημαντικότερο στην τοπογραφία και ιστορία των Θερμοπυλών. Μπορεί να θεωρηθεί πως αποτελεί την από βορρά είσοδο στο στενό, ενώ ταυτόχρονα είναι και το στενότερο σημείο του περάσματος λόγω της προβολής του βράχου προς, τη θάλασσα. Οι βράχοι της Τραχινίας, αυτοί που δεσπόζουν πάνω από το πέρασμα, μπορεί να φτάνουν εδώ τα τετρακόσια ως εξακόσια πόδια σε ύψος, το οποίο όμως μειώνεται στα νότια. Το πέτρωμα είναι εξολοκλήρου σταχτής ασβεστόλιθος, που εξωτερικά παρουσιάζει άγρια και κατακερματισμένη επιφάνεια, στα διάκενα της οποίας αναπτύσσονται αγριελιές, ψευτοδρύς και άλλοι θάμνοι. Σε κάποια απόσταση βορειοδυτικά των θερμοπηγών και κοντά στην είσοδο του περάσματος, υπάρχει μια ρωγμή στο βράχο, που αποτελεί την απόκρημνη και κακοτράχαλη κοιλάδα ενός ποταμού, που κατεβαίνει από τα βουνά. Από την περιγραφή του Ηρόδοτου φαίνεται λογικό να πιστέψουμε πως το ρεύμα αυτό είναι ο Ασωπός και το άνοιγμα στο βουνό αυτό, που ονομαζόταν Ανοπαία. Τα ερείπια ενός αρχαίου Ελληνικού φρουρίου διακρίνονται στην κορυφή ενός βράχου που δεσπόζει στο πέρασμα, και ίσως είναι ένα από τα κάστρα που αναφέρει ο Λίβιος στην περιγραφή του περάσματος. Στο σημείο αυτό των Θερμόπυλών (επειδή όλο το πέρασμα μπορεί να θεωρηθεί πως υπερβαίνει σε μήκος τα πέντε μίλια) έλαβαν χώρα,τα γεγονότα αυτά, που του χάρισαν την αιώνια δόξα την εποχή που ο Ξέρξης βάδισε με το στρατό του προς τη βόρεια είσοδο του στενού, οι Έλληνες ήσαν στρατοπεδευμένοι μέσα στα τείχη και ανάμεσα στο φράγμα αυτό και την Ανθήλη οι Σπαρτιάτες μόνοι τους, υπό τον Λεωνίδα, παρατάχθηκαν μπροστά από τα τείχη. Εδώ ήταν που οι Πέρσες ιππείς, τους οποίους έστειλε για αναγνώριση ο Ξέρξης, είδαν τους άντρες αυτούς να ασχολούνται με την κόμμωσή τους ή τις γυμναστικές ασκήσεις της χώρας τους, και στην παράξενη αυτή τοποθεσία ήταν που παρέμειναν οι δύο στρατοί, σε αναμονή του γεγονότος. Η μάχη που άρχισε την πέμπτη μέρα και συνεχίστηκε και την επομένη, έλαβε χώρα στο ίδιο τμήμα εδάφους, με τους Έλληνες να προελαύνουν πέρα από το τείχος τους, για να συναντήσουν τους Πέρσες στο στενότερο σημείο του περάσματος. Δεν υπάρχει λόγος να αναφέρω εκτενώς τα γεγονότα, που αναφέρονται τόσο αναλυτικά από τον Ηρόδοτο και τον Πλούταρχο, και είναι τόσο γνωστά σε όσους ενδιαφέρονται για τις καταγραφές των γεγονότων περασμένων εποχών. Παρατήρησα αρκετά προσεκτικά τις θερμές πηγές των Θερμοπυλών. Το νερό αναβλύζει από διάφορα σημεία στη ρίζα των βράχων, αλλά δύο απ’ αυτές είναι οι πιο αξιόλογες από τις υπόλοιπες, επειδή δείχνουν να έχουν περισσότερο νερό και σχηματίζουν μικρές λεκάνες στο σημείο όπου εμφανίζονται. Τα χείλη των λεκανών αυτών είναι καλυμμένα από τις αποθέσεις των πηγών, αποθέσεις παρόμοιες με αυτές που καλύπτουν μεγάλη έκταση του εδάφους, το οποίο διασχίζει το νερό στην πορεία προς τους βάλτους. Πήρα μαζί μου μερικά δείγματα της επίστρωσης αυτής, που αποτελείται από ανθρακικό άλας του ασβεστίου και δεν φαίνεται να περιέχει κάποια σημαντική ποσότητα άλλης ουσίας. Πλησιάζοντας στις πηγές, γίνεται πολύ αισθητή η οσμή θειούχου υδρογόνου. Το νερό είναι πολύ καθαρό, αλλά σκληρό και πολύ αλμυρό στη γεύση. Βγαίνει από πολλά ανοίγματα στο βράχο ή από τις λεκάνες που έχουν σχηματίσει οι πηγές αυτές. Στο στόμιο των σχισμών αυτών, όπως διαπίστωσα, η θερμοκρασία είναι αρκετά σταθερή, στους 103 με 104 βαθμούς Φαρενάιτ. Το νερό δύο πηγών ενώνεται και σχηματίζει ένα σημαντικό ρυάκι, που, αφού κινήσει τον τροχό ενός νερόμυλου, χτισμένου μέσα στο Πέρασμα, χύνεται στους από κάτω βάλτους».
{jcomments off}